Ένα παιδί από τα ξένα
Μες της γειτονιάς τα μέρη μια φορά κ’ έναν καιρό
μπήκε ένα παιδί στην τάξη που με κάνει κ’ απορώ
δεν μιλούσε, δεν γελούσε, τρομαγμένο μας κοιτά
και μας είπε η κυρία ελληνικά ότι δεν μιλά.
Το παιδί έκατσε μονάχο σοτυ θρανίου τη γωνιά
και κανένας δεν του είπε ούτε ένα “έχε γεια”
τον κοιτούσαν μες την τάξη σα να μην ήταν εκεί
του φώναζαν, το χτυπούσαν, λες και δεν είχε ψυχή!
όσο βλέπαν στο σχολειό το παιδί να μην μιλά
το πειράζαν όλη μέρα, μα αυτό δεν αντιδρά…
Πήγε κ’ έκατσε μονάχο στου σχολείου τη γωνιά
με τα μάτια βουρκωμένα, μαθημένο να πονά.
Πήγα κι έκατσα κοντά του, στο παγκάκι στη γνωιά
μα εκείνο δεν με είδε με τα μάτια του κλειστά.
Θέε μου πως τον έχει πνίξει τόσο κλάμα σιωπηλό
κ’ ένας κόσμος στον λαιμό μου δεν μ’ αφήνει να μιλώ.
Μια ανάσα βαθιά παίνω και του δίνω ένα κουτί
αν θυμάμαι είχε μέσα κάτι για να γλυκαθεί.
Με κοιτάζει και το παίρνει και το ανοίγει σιωπηλά
τρώει το σοκολατάκι και μετά χαμογελά.
Σε ένα μήνα, σε ένα χρόνο είναι όλα τόσο απλά
το παιδί έχει δυναμώσει και μιλάει ελληνικά
Έχει φίλους και παρέες και γελάει δυνατά
και με ελπίδα και αγάπη πάνε τα παιδιά μπροστά.
Οι στίχοι αυτοί γράφτηκαν από την μαθήτρια Ελένη Χατζηστέργου (Α4), 2ο Γυμνάσιο, Κως