ΗΜΕΡΙΔΑ ΔΙΚΤΥΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
«Η ΠΟΛΗ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΜΕΙΣ»
Πολιτική του Δ.Α. για τα παιδιά – πολίτες της Αθήνας
Μαρία Ηλιοπούλου, Αντιδήμαρχος για το παιδί
Θα ήθελα να ξεκινήσω την παρέμβασή μου με κάποιες παραδοχές, θεωρητικά αυτονόητες :
- Η επένδυση στα παιδιά πρέπει να είναι σε απόλυτη προτεραιότητα.
- Τα παιδιά είναι τα πρώτα θύματα της οικονομικής κρίσης
- η αντιμετώπιση παντός είδους μειονεξίας σε μικρή ηλικία είναι σημαντικό μέσο για την ενίσχυση των προσπαθειών που καταβάλλονται για την αντιμετώπιση τόσο της φτώχειας όσο και του κοινωνικού αποκλεισμού γενικά.
- Ως οι πλέον επιτυχείς στρατηγικές για την αντιμετώπιση όλων των παραπάνω αποδείχτηκαν εκείνες που υποστηρίζονται από πολιτικές που βελτιώνουν την ευημερία όλων των παιδιών, ενώ αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα παιδιά που βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση.
- το παιδί θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ολιστικής προσέγγισης ως πολίτης αυτού του τόπου.
Στην πραγματικότητα ωστόσο, όλα τα παραπάνω αυτονόητα δεν αποτελούν πάντα προτεραιότητες και σίγουρα δεν αποτελούν αντικείμενο γενικότερου σχεδιασμού που να υποστηρίζει μια ολιστική προσέγγιση των θεμάτων που αφορούν το παιδί.
Ας δούμε, όσο γίνεται συνοπτικά, τα θέματα που αφορούν το παιδί σε επίπεδο Δήμου.
Στα θέματα εκπαίδευσης, σε αντίθεση με την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση της οποίας το περιεχόμενο και τα προγράμματα είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του ΥΠ.Π., η προσχολική αγωγή παραμένει στη δικαιοδοσία των Δήμων – μετά τη μεταφορά της αρμοδιότητας της λειτουργίας των ΠΣ σε αυτούς – η οποία ωστόσο, δεν συνοδεύτηκε από την ανάπτυξη μιας πολιτικής για την προσχολική αγωγή. Τόσο το Υπουργείο Υγείας στο οποίο υπάγονταν παλιότερα οι παιδικοί σταθμοί όσο και το Υπουργείο Εσωτερικών περιορίστηκαν σε αποσπασματικές ρυθμίσεις. Η απουσία μιας Διεύθυνσης Προσχολικής Αγωγής, στελεχωμένης με το κατάλληλο προσωπικό που θα είναι αρμόδια για όλα τα σχετικά θέματα αποτελεί δείγμα και απόδειξη της αποσπασματικότητας και του ελλείμματος πολιτικής για την προσχολική αγωγή και φροντίδα.
Παράλληλα, η επέκταση των δημόσιων και ιδιωτικών νηπιαγωγείων σε όλα τα παιδιά ηλικίας άνω των τεσσάρων ετών, η δημιουργία και λειτουργία ολοήμερων νηπιαγωγείων με όλα τα σχετικά προβλήματα, ο θεσμικός διαχωρισμός της προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης σε δύο διακριτά τμήματα, με κοινές πληθυσμιακές ομάδες παιδιών και ουσιαστικά την ίδια αποστολή, έχουν οδηγήσει σε μία πολύμορφη προσχολική αγωγή και εκπαίδευση, με ασαφή προσανατολισμό και σημαντικές ανισότητες στην παροχή αντίστοιχων υπηρεσιών.
Η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στους ΠΣ, μετά από αρκετά χρόνια οικονομικής κρίσης είναι αποκαρδιωτική. Η επιβίωσή τους σε αρκετούς δήμους εξαρτάται αποκλειστικά από προγράμματα ΕΣΠΑ. Το παιδαγωγικό προσωπικό, λιγότερο από όσο χρειάζεται για να λειτουργήσουν σωστά, δεν ανανεώνεται λόγω της απαγόρευσης των προσλήψεων και όταν προσλαμβάνεται νέο προσωπικό είναι μόνο για λίγους μήνες, χωρίς προοπτική και δυνατότητα επιμόρφωσής του. Παράλληλα, οι ανάγκες των οικογενειών δεν καλύπτονται ούτε ως προς τους χρόνους ούτε ως προς τους τρόπους φύλαξης των μικρών παιδιών. Για να μην αναφέρουμε τις ακόμα μεγαλύτερες ελλείψεις σε ό,τι αφορά τις ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες παιδιών με ειδικές ανάγκες όλων των ειδών που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν εγκαίρως και με δυνατότητα πρόληψης σ’ αυτές τις ηλικίες.
Στον ΔΑ υπάρχει σχέδιο ενίσχυσης των δομών πρόληψης δυσκολιών, με τη δημιουργία χώρων ένταξης για παιδιά με δυσκολίες στους παιδικούς σταθμούς, την υποστήριξη των οικογενειών με παιδιά ΑμΕΑ στο ρόλο τους, με την ίδρυση, μεταξύ άλλων, του πρώτου χώρου υποδοχής μικρών παιδιών και των οικογενειών τους τύπου «πράσινο σπίτι», για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Θεσμός που, ξεκινώντας από τη Γαλλία, έχει επεκταθεί σε όλο τον κόσμο με σημαντική συμβολή στην πρόληψη σοβαρών ψυχικών διαταραχών. Η υλοποίησή του έχει δρομολογηθεί ήδη σε χώρο του ΔΑ που θα φιλοξενήσει παράλληλα παιδική και βρεφική βιβλιοθήκη (για τα μικρά παιδιά με τους γονείς τους) καθώς και χώρο ψυχολογικής υποστήριξης των οικογενειών. Οι παραπάνω δράσεις θα υποστηριχτούν από μη κερδοσκοπικά σωματεία σε εθελοντική βάση. Η συνεργασία με δίκτυα εθελοντών είναι σημαντική σε αυτή τη χρονική στιγμή, δεν μπορεί όμως να εξασφαλίζεται η βιώσιμη λειτουργία αυτών των δομών αποκλειστικά με αυτό τον τρόπο.
Η απογευματινή λειτουργία των χώρων των ΠΣ για την υποστήριξη των παιδιών και των οικογενειών τους θα μπορούσε να καλύψει ανάγκες όπως η πρόληψη οικογενειακής βίας, η ένταξη μεταναστών, η αντιμετώπιση της επισιτιστικής ανασφάλειας κλπ. Δράσεις που απαιτούν όμως εξασφάλιση της βιωσιμότητάς τους, δεδομένου ότι για να έχουν ουσιαστικό ρόλο θα πρέπει να λειτουργήσουν σταθερά και σε βάθος χρόνου.
Γενικότερα η παιδεία, παρόλο που σε ό,τι αφορά την τυπική μορφή της αποτελεί αντικείμενο του ΥΠ.Π, δεν μπορεί παρά να αφορά τους Δήμους.
Παρεμβαίνοντας σε θέματα παιδείας (με την ευρεία έννοια και όχι με την στενή οπτική του επίσημου αναλυτικού προγράμματος) ο Δήμος γίνεται μαζικά συνομιλητής της νεολαίας. Έρχεται σε επαφή με τον αυριανό πολίτη, για τα συμφέροντα του οποίου οφείλει να υπάρχει και να λειτουργεί. Εξάλλου, υπάρχουν πάρα πολλά θέματα τα οποία πρακτικά είναι εκτός του επίσημου εκπαιδευτικού συστήματος, παρά την αντίθετη ρητορική. Ζητήματα όπως η δια βίου άθληση, η βιώσιμη ανάπτυξη, η επιχειρηματικότητα, η πολιτειότητα μένουν ανέγγιχτα από το επίσημο σχολικό πρόγραμμα, αν και παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συμπεριφορά που θα αναπτύξει το παιδί – πολίτης σημερινός αλλά και αυριανός . Το κενό αυτό ο Δήμος, ως εκφραστής της τοπικής συλλογικότητας, οφείλει να το καλύψει.
Τα σχολικά κτίρια που ανήκουν στους Δήμους θα μπορούσαν να είναι ανοιχτά στην κοινότητα. Να είναι οι χώροι στους οποίους τα παιδιά, όλων των ηλικιών θα μπορούσαν να καλύπτουν την ανάγκη τους να συνυπάρχουν με τους συνομηλίκους τους , να αθλούνται, να ψυχαγωγούνται και να μαθαίνουν όλα όσα δεν περιλαμβάνονται στο τυπικό πρόγραμμα εκπαίδευσης. Αλλά και οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί μπορούν να έχουν τη δυνατότητα να επιμορφώνονται και να υποστηρίζονται στο ρόλο τους . Ήδη γίνονται πολλές τέτοιες δράσεις από διάφορους φορείς. Προκειμένου όμως να υπάρξει μία συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος χρειάζεται ο Δήμος να δημιουργήσει κάτι συνεκτικότερο από ένα σύνολο διάσπαρτων δράσεων, να είναι μόνιμα ανοικτός σε προτάσεις, να μεταφέρει τεχνογνωσία από αντίστοιχα προγράμματα του εξωτερικού, να σχεδιάζει ο ίδιος προγράμματα και δράσεις και να αναζητά ανθρώπους για την πραγματοποίησή τους, να τα προωθεί συνολικά στις σχολικές μονάδες δίνοντας κίνητρα και διευκολύνοντας με όποιους τρόπους μπορεί τη συμμετοχή των παιδιών σε αυτά. Φυσικά το πρόγραμμα του Δήμου δεν θα εμποδίζει και όποιον άλλον φορέα επιθυμεί να αναπτύσσει τα δικά του ανεξάρτητα προγράμματα. Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε αυτή τη στιγμή στον ΔΑ, έχοντας ήδη ορίσει μια ομάδα εργασίας που θα επεξεργαστεί τις προτάσεις φορέων και ατόμων αλλά και τις δυνατότητες που υπάρχουν μέσα από προγράμματα χρηματοδότησης.
Τέλος, ένα μεγάλο ζήτημα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι Δήμοι τα τελευταία χρόνια ήταν η επισιτιστική ανασφάλεια μέρους του παιδικού πληθυσμού η οποία αφορούσε ολοένα και περισσότερα παιδιά. Τα προηγούμενα χρόνια ο ΔΑ χρειάστηκε να αναλάβει τη σίτιση 1300 παιδιών στα ολοήμερα σχολεία. Τα ανυπέρβλητα μέχρι πρότινος γραφειοκρατικά εμπόδια στις διαδικασίες προμηθειών δεν επέτρεψαν τη συνέχιση του προγράμματος. Θεωρούμε όμως απαραίτητη τη σίτιση όλων των παιδιών στα ολοήμερα σχολεία, παρέχοντας τη δυνατότητα απόκτησης σωστών συνηθειών διατροφής αλλά και την εξασφάλιση της καθημερινής σίτισης των αδύναμων οικονομικά παιδιών. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν στραφεί οι προσπάθειές μας.
Οι Δήμοι μπορούν να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στη χάραξη και την υλοποίηση πολιτικής για τα παιδιά – πολίτες. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται αφενός ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης με πλήρη περιγραφή των πρωτοβουλιών, συνεργασιών αλλά και των προϋπολογισμών που απαιτούνται για την υλοποίησή του, αφετέρου δε οι νομοθετικές ρυθμίσεις που θα απεγκλωβίσουν τις διαδικασίες.
Ουσιαστικά το τρίπτυχο που καθορίζει τη ζωή ενός παιδιού, δηλαδή το σχολείο – παιδικός σταθμός, η οικογένεια, και η γειτονιά – κοινότητα καλείται ο Δήμος να το αντιμετωπίσει, όχι πλέον με αποσπασματικό τρόπο, αλλά με μία ολοκληρωμένη προσέγγιση.