Η δημιουργία του «Κέντρου Πολιτιστικής Δραστηριότητας» που σχεδιάζει το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού έχει ως στόχο να υποστηρίξει τις δραστηριότητες των παιδιών της περιοχής του Σταθμού Λαρίσης χωρίς καμία διάκριση φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνότητας, οικονομικής, κοινωνικής ή μορφωτικής κατάστασης. Επίσης, να υποστηρίξει κατά το δυνατόν τις μητέρες των παιδιών και να τις ενθαρρύνει να πάρουν πρωτοβουλίες που θα ευνοούν τη χωρίς προκαταλήψεις κοινωνικοποίηση, την πολιτιστική εξωστρέφεια, την ελεύθερη ανάπτυξη και τη συναισθηματική ωρίμανση των παιδιών.
Θεωρούμε τα νηπιαγωγεία, τα δημοτικά και τα σχολεία μέσης εκπαίδευσης της περιοχής, τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, τους κινηματογράφους, τους δημόσιους χώρους, τους φορείς και τους πολιτιστικούς συλλόγους, τις ΜΚΟ, τις αθλητικές εγκαταστάσεις, με μια λέξη όλους τους χώρους δημόσιου χαρακτήρα όπου τα παιδιά συναντιόνται έξω από το οικογενειακό περιβάλλον, ως ένα δυνάμει άτυπο δίκτυο συνεργασιών και συμπράξεων, που μπορεί να τους προσφέρει πολιτιστικά προγράμματα και συλλογικές δράσεις. Ο ρόλος του χώρου μας θα είναι να ενεργοποιήσει αυτές τις συνεργασίες, να πάρει πρωτοβουλίες διαλόγου. Θα είναι δεκτικός και ανοιχτός να φιλοξενήσει τα παιδιά και τις δράσεις του προγράμματός μας στο εσωτερικό του, να φιλοξενήσει φορείς με παρόμοια ενδιαφέροντα και, ταυτόχρονα, έτοιμος να πολλαπλασιάζει την παρέμβαση των εθελοντών μας στην περιοχή, στο πλαίσιο κοινών πρωτοβουλιών με άλλους τοπικούς και υπερτοπικούς δρώντες.
Προκειμένου να διαπιστώσουμε από κοντά τις ιδιαίτερες συνθήκες και ανάγκες της περιοχής όσον αφορά την καθημερινή κοινωνική ζωή και, ιδιαίτερα, τις πολιτιστικές πρακτικές των ανηλίκων, προχωρούμε σε μια έρευνα με επισκέψεις εθελοντών μας στα σχολεία, σε σπίτια, στη Δημοτική Βιβλιοθήκη, στους φορείς και συλλόγους της περιοχής, σε καταστήματα και δημόσιους χώρους, με συνεντεύξεις και συμπλήρωση ερωτηματολογίων.
Η έρευνα έχει ως στόχο την αποτύπωση της πληθυσμιακής σύνθεσης, των αλλαγών που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή αυτή του κέντρου της Αθήνας που χαρακτηρίζεται ως υποβαθμισμένη και, κυρίως, των συνθηκών διαβίωσης των ανηλίκων. Η έρευνα ενδιαφέρεται επίσης για το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων των ανηλίκων, τον τρόπο που σκέπτονται, ζουν, κοινωνικοποιούνται, διασκεδάζουν και διαμορφώνουν τα ενδιαφέροντα και τις προσδοκίες τους μέσα και έξω από το σχολείο. Ακόμη θα προσπαθήσει να αποτυπώσει νοοτροπίες, στάσεις, συμπεριφορές, πρότυπα, καθώς και τα προβλήματα στην ανάπτυξή τους, τα εμπόδια και κάθε είδους δυσκολίες που αντιμετωπίζουν σε σχέση με το οικογενειακό και το άμεσο ή ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Τέλος, η έρευνα θα διερευνήσει και θα αναλύσει τόσο τα στοιχεία που συνθέτουν το πολιτισμικό κεφάλαιο της περιοχής όσο και τυχόν φαινόμενα πολιτισμικών συγκρούσεων, σχέσεων εξουσίας, φόβου, αποκλεισμού, απόρριψης, προκαταλήψεων και κάθε ενγένει εκδήλωση αρνητικών συναισθημάτων που διατρέχει ομάδες ή άτομα και μπαίνει εμπόδιο στο διάλογο, το σεβασμό του άλλου και, εντέλει, στην κοινωνική συνοχή. Όλα τα παραπάνω θα αναλυθούν στο φως της σύγχρονης κοινωνικής δυναμικής και της οικονομικής κρίσης που εντείνει τα προβλήματα των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, με ιδιαίτερες επιπτώσεις στις μικρότερες ηλικίες.
Η έρευνα θα προσεγγίσει τους ερωτώμενους ως δρώντες μέσα στη διαφορετικότητά τους όσον αφορά την εσωτερική απεικόνιση της πραγματικότητας που τους περιβάλλει, την παραγωγή κοινωνικών σχέσεων και δικτύων, την ιδιαίτερη κατανόηση και βίωση του αστικού χώρου, την επινόηση πρακτικών που αποδέχονται, αμφισβητούν, υπερβαίνουν τις συνθήκες της ζωής τους αλλά και τους κινδύνους περιθωριοποίησης ή αποκλεισμού που διαισθάνονται ότι τους απειλούν. Θα διερευνηθεί ιδιαίτερα η γραμμή παραγωγικών αντιστάσεων απέναντι στην κυρίαρχη κουλτούρα και οι προσπάθειες εναλλακτικής έκφρασης και δημιουργίας. Η ανάλυση θα επικεντρωθεί, τέλος, στην αποκωδικοποίηση των πρακτικών που αναπτύσσουν οι διαφορετικές ομάδες, αλλά και των αναγκών και επιθυμιών που προκύπτουν από την οργάνωση της καθημερινής τους ζωής, καθώς και ενγένει προσδοκιών τους.
Η έρευνα διεξάγεται από μία πολυπληθή ερευνητική ομάδα που αποτελείται από μέλη-εθελοντές του Δικτύου διαφόρων ειδικοτήτων και φοιτητές του Παντείου Πανεπιστημίου, με τον συντονισμό τριμελούς επιστημονικής ομάδας από ερευνητές/ιες του Εργαστηρίου Σπουδών Φύλου του Παντείου Πανεπιστημίου. Η έρευνα πεδίου υπολογίζεται να έχει διάρκεια τριών μηνών και θα πραγματοποιηθεί με – Προσωπικές Συνεντεύξεις – Συμμετοχική παρατήρηση– Ομάδες εστιασμένης συζήτησης (focus groups).
– Προσωπικές Συνεντεύξεις
Το κύριο βάρος της έρευνας θα δοθεί στην διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων με κατοίκους της περιοχής. Στόχος των συνεντεύξεων αυτών είναι να μελετηθεί η ποικιλομορφία των προσωπικών βιωμάτων, θέσεων και απόψεών τους. Έμφαση θα δοθεί στο πώς αυτοί βιώνουν την υποβάθμιση του αστικού χώρου και στο πώς αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή, ιδιαίτερα των ανηλίκων. Για το λόγω αυτό, έχουν καταρτιστεί τρεις διαφοροποιημένοι οδηγοί συνέντευξης (γηγενείς , μετανάστες/στριες, εκπρόσωποι φορέων).
– Συμμετοχική παρατήρηση
Μέλη της ερευνητικής ομάδας θα προχωρήσουν σε συμμετοχική παρατήρηση σε επιλεγμένους δημόσιους χώρους, ανοικτούς και κλειστούς. Η συμμετοχική παρατήρηση θα έχει ως στόχο την μελέτη των διαφορετικών χρήσεων των χώρων αυτών, την εξαγωγή συμπερασμάτων για την προσβασιμότητά τους σε παιδιά διαφορετικών κοινωνικών, εθνοτικών ομάδων και την καταγραφή των πρακτικών που λαμβάνουν χώρα ή απουσιάζουν από τους χώρους αυτούς.
Οι χώροι θα επιλεγούν μετά από τις πρώτες επισκέψεις της ερευνητικής ομάδας στην περιοχή με γνώμονα το ποιοι από τους υπάρχοντες θα μπορούσαν δυνητικά να συνδεθούν με δράσεις του Κέντρου Πολιτιστικής Δραστηριότητας του Δικτύου.
– Ομάδες εστιασμένης συζήτησης (focus groups)
Οι ομάδες εστιασμένης συζήτησης επιλέχθηκαν για την συγκεκριμένη έρευνα γιατί αποτελούν μία συλλογική διαδικασία που επιτρέπει σε άτομα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σχέση με το αντικείμενο να προσφέρουν μεγάλης πυκνότητας πληροφοριακό υλικό. Δίνουν επίσης τη δυνατότητα σε ορισμένους που δεν θα συμμετείχαν ή δεν θα εκφράζονταν άνετα σε μια προσωπική συνέντευξη να συμμετέχουν στον διάλογο. Ακόμα δίνουν την δυνατότητα μέσω του διαλόγου να αποδυναμωθεί ο κεντρικός ρόλος του/της ερευνητή/τριας, που είναι κυρίαρχος στην προσωπική συνέντευξη, καθώς και να μελετηθεί η δυναμική των αλλεπιδράσεων των μελών της ομάδας που συμμετέχουν στη συζήτηση.
Οι ομάδες εστιασμένης συζήτησης θα είναι θεματικές και θα συντελέσουν, μέσω της συμμετοχικής διαδικασίας στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη μορφή, τη λειτουργία και τις δραστηριότητες του Κέντρου. Επίσης θα γίνει προσπάθεια να διατυπωθούν προτάσεις που θα οδηγούν στην εξειδίκευση και τον εμπλουτισμό των προγραμμάτων του, μέσω του ανοικτού διαλόγου με τα μέλη της ομάδας εστιασμένης συζήτησης.
Συγκεκριμένα, θα οργανωθούν focus groups με την ακόλουθη θεματολογία:
– Εκπαίδευση (διαδικασίες μάθησης, ενισχυτική διδασκαλία, πολιτιστικά προγράμματα, ψυχαγωγικά προγράμματα, πρακτικές ελεύθερου χρόνου)
– Πολιτισμικοί πόροι (πεδία πολιτιστικών δραστηριοτήτων, πρόσβαση και συμμετοχή, πολιτιστικές πρακτικές, χρήση ψηφιακών μέσων)
– Υπηρεσίες και φορείς δημόσιου και δημοτικού χαρακτήρα, καθώς και μη κυβερνητικών οργανώσεων.
Υποθέσεις εργασίας της έρευνας:
Παρόλη την ιδιαίτερη θέση που έχει στον δημόσιο λόγο η συζήτηση για την υποβάθμιση του κέντρου της Αθήνας οι επιτόπιες έρευνες στον τοπικό πληθυσμό για τη μελέτη του φαινομένου είναι ελάχιστες. Η έρευνα θα προσπαθήσει να καλύψει εν μέρει αυτό το κενό, επικεντρώνοντας στην συλλογή πρωτογενούς υλικού το οποίο θα συγκεντρώνει τα στοιχεία που συνθέτουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσονται οι αντιλήψεις και οι πρακτικές των ανηλίκων.
Σημείο αφετηρίας της έρευνας είναι ο αστικός χώρος όχι ως απλό γεωγραφικό πλαίσιο εντός ή επί του οποίου εκτυλίσσονται κοινωνικές πρακτικές, αλλά ως μέρος της παραγωγής των κοινωνικών σχέσεων και διαδικασιών. Χωρίς να υποτιμάται η κινητικότητα και η υπερτοπική εμβέλεια των καθημερινών πρακτικών των κοινωνικών υποκειμένων, η έρευνα θα εστιάσει αρχικά σε μια ακτίνα πεντακοσίων μέτρων στην περιοχή όπου θα δημιουργηθεί το Κέντρο Πολιτιστικής Δραστηριότητας. Η ακτίνα έρευνας ωστόσο μπορεί να επεκταθεί ευρύτερα μέσα στο νοητό τετράγωνο που περίπου συμπίπτει με το 4ο διαμέρισμα του δήμου Αθηναίων, το οποίο εκτείνεται από το Σταθμό Λαρίσης δυτικά μέχρι το σταθμό Βικτώριας ανατολικά και από το σταθμό Μεταξουργείου νότια μέχρι το σταθμό Αττικής βόρεια.
1. Υποβάθμιση του αστικού χώρου
Η γενικευμένη «υποβάθμιση» του αστικού χώρου του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας, που έχει συντελεστεί τις τελευταίες δεκαετίες και οξύνεται στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, συνδέεται στον κυρίαρχο δημόσιο λόγο με αιτίες που έχουν αδιακρίτως σχέση με την ασφάλεια και τους κινδύνους από την εισβολή και συγκέντρωση μεταναστών και προσφύγων, οργανωμένου εγκλήματος, διακίνησης ναρκωτικών, πορνείας, κλπ. Η ζωή των ανηλίκων σε αυτές τις συνθήκες παρουσιάζεται ιδιαιτέρως προβληματική και εν κινδύνω. Η εικόνα που αναδύεται είναι μια εικόνα από τα έξω επίθεσης και κατάληψης, με επιτιθέμενους και αιχμαλώτους, θύτες και θύματα, μια έκτακτη πολεμική ατμόσφαιρα. Για το λόγο αυτό λαμβάνονται υπόψη πολύ λιγότερο οι σημαντικές εσωτερικές μεταβολές και αναδιατάξεις που οδηγούν στην αποδιοργάνωση αλλά και στην αναδιοργάνωση του χώρου σε νέα βάση, ενώ υποτιμώνται επίσης οι σταθερές λειτουργίες της εκπαίδευσης, του αθλητισμού, πολιτιστικές, κλπ. Σε αντιδιαστολή με την παραπάνω λογική, η έρευνα θα προσπαθήσει να αναλύσει τις μεταβαλλόμενες κοινωνικο-πολιτισμικές δυναμικές στον κοινωνικό ιστό της περιοχής και να δει βαθύτερα τις αιτίες και τα φαινόμενα που εμφανίζονται. Θα σταθμίσει τα ελλείμματα του δημόσιου ενδιαφέροντος και πολιτικής, τις κοινωνικο-πολιτισμικές συνιστώσες αλλά και τις παραγωγικές διαστάσεις των νέων κοινωνικών δυναμικών. Αντί να επιμείνει σε διαπιστώσεις για τις αυξανόμενες ελλείψεις στις επίσημες κρατικές δομές που αποσαρθρώνουν τον αστικό χώρο, θα προσπαθήσει να αναδείξει το πώς οι συνθήκες κρίσης επιτρέπουν την παραγωγή άτυπων δικτύων και πρακτικών που συχνά αμφισβητούν τις επίσημες οριοθετήσεις του αστικού χώρου, διεκδικώντας ρόλο και θέση μέσα σε αυτόν.
2. Προς άτυπες κοινωνικές υπηρεσίες
Σε συνέχεια με την προηγούμενη υπόθεση, η έρευνα θα προσπαθήσει να επικεντρωθεί στις άτυπες κοινωνικές υπηρεσίες που δημιουργούνται στην περιοχή σε περίοδο κρίσης καθώς και στις κοινωνικές σχέσεις που τις παράγουν και τις στηρίζουν. Η υπόθεση, εδώ, είναι ότι οι άτυπες κοινωνικές υπηρεσίες τείνουν να καλύψουν πολλές από τις άμεσες και πιεστικές ανάγκες σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής. Δεδομένης της κρίσης του κοινωνικού κράτους και των αυξανόμενων κενών στις δομές υποστήριξης ολοένα και μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού (πέρα από τις λεγόμενες «ευάλωτες» κοινωνικές ομάδες) μέρος των υπηρεσιών που μέχρι πρότινος καλύπτονταν από τις τυπικές-επίσημες δομές του κράτους ή/και της τοπικής αυτοδιοίκησης παρέχονται πλέον από λίγο ως πολύ άτυπα δίκτυα αλληλεγγύης και υποστήριξης, όπως οι τράπεζες χρόνου, η δωρεάν ενισχυτική διδασκαλία, ο κάθε τύπου εθελοντισμός, οι συλλογικές κουζίνες, τα δίκτυα ανταλλακτικής οικονομίας, οι ανοιχτές πολιτιστικές εκδηλώσεις, κοκ.
3. Άτυπα δίκτυα – διαεθνικοί χώροι
Η υπόθεση εργασίας, εδώ, είναι ότι οι κοινωνικές σχέσεις που παράγουν τις άτυπες κοινωνικές υπηρεσίες βασίζονται στην δημιουργία και επέκταση άτυπων κοινωνικών δικτύων που έχουν έναν αυξανόμενα διαεθνικό χαρακτήρα (και λόγω της παρουσίας και διέλευσης διαφορετικών μεταναστευτικών ομάδων στην/από την περιοχή). Ο πολλαπλασιασμός αυτών των δικτύων προκαλεί την μετατροπή της περιοχής σε έναν διαεθνικό χώρο που συνδέεται με διαφορετικά δίκτυα υλικών και, κυρίως, άυλων συμβολικών και πολιτισμικών κινητικοτήτων που πέρα από τις πιθανές συγκρούσεις, στις οποίες συνήθως επικεντρώνεται η προσοχή του κυρίαρχου λόγου, συμβάλλουν στη συνολική αύξηση του πολιτισμικού δυναμικού της περιοχής.
4. Πολιτισμικοί πόροι
Τελευταία υπόθεση εργασίας της έρευνας είναι ότι οι πολιτισμικοί πόροι αποτελούν μία κρίσιμη παράμετρο για την κοινωνική συνοχή και την βελτίωση των συνθηκών ζωής των ενηλίκων και ανηλίκων. Δεδομένου ότι οι πολιτιστικοί πόροι επηρεάζουν και κατευθύνουν, σε μεγάλο βαθμό, τις κοινωνικές σχέσεις που παράγονται και κυκλοφορούν μέσω δικτύων θα πρέπει να ιδωθούν σε σχέση και με αυτά. Η έρευνα θα εντοπίσει και θα αναλύσει το οργανωμένο δημόσιο πολιτιστικό κεφάλαιο της περιοχής (δημόσιοι χώροι, κοινωφελείς οργανισμοί, δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες, πολιτιστικές λειτουργίες, οργανισμοί, κλπ.) και τις διαφοροποιήσεις στην πρόσβαση και συμμετοχή σ’ αυτό. Θα εντοπίσει τις τοπικές, υπερτοπικές και δια-εθνικές ροές πληροφοριών, ανθρώπων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών, σχέσεων, υποστήριξης και αλληλοβοήθειας. Τις κάθε είδους ομαδοποιήσεις, τις ηγεμονικές και υπάλληλες υποομάδες, τις ιεραρχίες, τη σύσταση και τη διαχείριση του συμβολικού κεφαλαίου. Θα εξετάσει το βαθμό κοινωνικής συνοχής και τις αναπαραστάσεις που έχουν οι διαμένοντες στην περιοχή σε σχέση με τις τρέχουσες αλλαγές και την εξέλιξη της κρίσης. Θα αναλύσει τις πολιτιστικές πρακτικές όσον αφορά την υπολειμματική, την αναδυόμενη και, κυρίως, την παραγωγική τους διάσταση. Θα αναζητήσει τις διαφορές ταυτότητας, στάσεων, νοοτροπιών και συμπεριφορών. Θα αναζητήσει νέους εν δυνάμει πολιτισμικούς πόρους, καθώς και τις εν υπνώσει, λανθάνουσες ή εν ισχύ λειτουργίες τους. Θα περιγράψει τα τυπικά και τα άτυπα δίκτυα, τη δυναμική που αναπτύσσουν, τις αιτίες που τα ενισχύουν, τα υποβαθμίζουν ή τα καθιστούν αφανή. Θα αναζητήσει υβριδικά φαινόμενα που κάνουν την εμφάνισή τους στις καθημερινές πολιτιστικές δραστηριότητες της περιοχής. Όλα τα παραπάνω θα αναλυθούν με το βλέμμα στραμμένο στην εκπαιδευτική και πολιτιστική ζωή των ανηλίκων, οι οποίοι βιώνουν πολλαπλά τα μηνύματα, τους περιορισμούς και τις δυνατότητες που τους παρέχει το περιβάλλον αυτό. Ιδιαίτερα θα αναλυθούν, σε σχέση με τους ανηλίκους, η διαμόρφωση ταυτοτήτων μέσα και έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία, οι δυνατότητες ανάπτυξης ενδιαφερόντων και δεξιοτήτων, οι αντιλήψεις και συμπεριφορές, οι πολιτιστικές πρακτικές τους. Επίσης θα αναλυθούν οι στρατηγικές και σχέδια ζωής που χαράζει γι’ αυτούς το οικογενειακό περιβάλλον. Τέλος, θα δοθεί προσοχή, στο βαθμό εξωστρέφειας, στην αγωγή του πολίτη και τις δημοκρατικές αξίες, καθώς και στην κριτική συνθετική ικανότητα που αποκτούν ως εργαλεία κατανόησης και κοινωνικοποίησης μέσα στην πραγματικότητα που τους περιβάλλει.
Τα αποτελέσματα της έρευνας θα προσφέρουν στο «Κέντρο Πολιτιστικής Δραστηριότητας» τη δυνατότητα να οργανώσει δράσεις που θα ευνοούν τη συλλογικότητα και την αλληλεγγύη μέσα από τη συμμετοχή σε δημιουργικές πρωτοβουλίες, την κοινωνικοποίηση και την κοινωνική συνοχή με την υποστήριξη ευάλωτων ομάδων παιδιών • να προάγει τα Δικαιώματα των Παιδιών σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ, το σεβασμό στη Διαφορετικότητα, τον διαπολιτισμικό διάλογο• να αξιοποιήσει τους πολιτισμικούς πόρους της περιοχής και τα υπάρχοντα δίκτυα και να δημιουργήσει νέα.
Η έρευνα θα προσφέρει τις πληροφορίες, την όσμωση και το διάλογο ακόμη που απαιτείται, προκειμένου να οργανωθεί καλύτερα και πιο αποτελεσματικά η εξυπηρέτηση των πιο άμεσων αναγκών των ανηλίκων της περιοχής. Με βάση τα αποτελέσματά της, θα διαμορφωθεί το πιλοτικό πρόγραμμα λειτουργίας του «Κέντρου Πολιτιστικής Δραστηριότητας», το οποίο φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα χώρο πολυλειτουργικό, ζεστό, φιλικό, πολύ-πολιτισμικό και ανοιχτό στα παιδιά αλλά και ένα εργαστήριο ιδεών, όπου θα δοκιμάζεται ο διάλογος και η αποτελεσματικότητα νέων πειραματικών συνθέσεων.
Μυρσίνη Ζορμπά, Νέλλη Καμπούρη, Δημήτρης Παρσάνογλου, Παύλος Χατζόπουλος