Έρευνα για τις συνθήκες ζωής των παιδιών στο κέντρο της Αθήνας – Ιούνιος 2015

ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

99

 

Ιούνιος 2015

————————————————————————————————————————————————-

Περιεχόμενα

1.Εισαγωγή

2.H εμπειρία από τη λειτουργία του «Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού» στο σταθμό Λαρίσης και η αρχική έρευνα συνθηκών ζωής στη περιοχή το Νοέμβριο του 2012

3.Μεθοδολογία

4.Συνθήκες διαβίωσης: επίπεδο ζωής, ασφάλεια, διακρίσεις

5.Ενδοοικογενειακές σχέσεις

6.Κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές

7.Θεσμικό περιβάλλον

8.Συμπεράσματα

9.Βιβλιογραφικές αναφορές

 ———————————————————————————————————————————————-

1. Εισαγωγή

Η παρούσα έρευνα εξετάζει τις συνθήκες ζωής των παιδιών στις «υποβαθμισμένες» περιοχές της Αθήνας της κρίσης (Σταθμός Λαρίσης, πλατεία Βικτωρίας, πλατεία Αττικής, Μεταξουργείο, Άγιος Παντελεήμονας, Κυψέλη). Ο δημόσιος λόγος, κινούμενος μεταξύ αλήθειας και στερεοτύπων, παρουσιάζει συνήθως τις περιοχές αυτές ως χώρους συσσώρευσης προβλημάτων, όπως η φτώχεια, οι ελλιπείς υποδομές, η εγκληματικότητα και η «λαθρομετανάστευση» (Μαλούτας κ.α. 2013). Σκοπός της έρευνας είναι να διαπιστώσει τους πραγματικούς όρους διαβίωσης των παιδιών στον κέντρο της πόλης αναζητώντας τις απαντήσεις στις αντιλήψεις και τις πρακτικές των ίδιων των κατοίκων, ενηλίκων και ανηλίκων: Πώς ιεραρχούν τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους οι κάτοικοι των περιοχών αυτών; Ποια πρότυπα ανατροφής υιοθετούν οι γονείς και πού επενδύουν για το μέλλον των παιδιών τους; Πόσο επαρκή είναι τα βασικά αγαθά και υπηρεσίες; Ποιες είναι οι αντιλήψεις των γονιών για τα δικαιώματα των παιδιών; Ποιες είναι οι αντιλήψεις των παιδιών για τις κοινωνικές και άλλες διακρίσεις, την εκπαίδευση, τη συμμετοχή στις οικογενειακές αποφάσεις; Σε ποιο βαθμό αποτελούν πρόβλημα οι διακρίσεις στο σχολείο; Ποιες είναι οι βασικές κοινωνικές και πολιτισμικές δραστηριότητες των παιδιών; Ποια η σχέση των πληθυσμών των περιοχών αυτών με το κράτος πρόνοιας και τους φορείς κοινωνίας πολιτών;

Η έρευνα αυτή έρχεται σε συνέχεια παλαιότερης έρευνας την οποία είχε πραγματοποιήσει το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού το 2012 (Καμπούρη κ.α. 2012). Παρά το γεγονός ότι η παλαιότερη αυτή έρευνα βασίστηκε σε ποιοτικές μεθόδους, ενώ η παρούσα έρευνα βασίζεται σε ποσοτικές, αμφότερες μοιράζονται τον στόχο της διερεύνησης των πολιτισμικών και κοινωνικών πόρων των υπό έρευνα περιοχών οι οποίες έχουν τόσο στενά συνδεθεί με αρνητικές εικόνες «υποβάθμισης» και «παρακμής». Ένα πλεονέκτημα της παρούσας έρευνας, σε σχέση με την προηγούμενη, αποτελεί η προσπάθεια διερεύνησης των απόψεων και των πρακτικών όχι μόνο των γονέων αλλά και των παιδιών μέσα από τη διεξαγωγή συνεντεύξεων.

Η ομάδα που σχεδίασε και έφερε σε πέρας την έρευνα πεδίου αποτελείται από τους ερευνητές Κωνσταντίνος Νικολόπουλος, Βαγγέλης Μουργελάς, Βιόλα Γκιόκα, Γεωργία Αβαταγγέλου. Στην εξέλιξη της έρευνας συνέβαλαν η Δρ. Άρτεμις Γρίβα, και η Φανή Κουντούρη. Στη σύνταξη του ερωτηματολογίου και την επεξεργασία των δεδομένων συμμετείχε ο Νίκος Σουλιώτης. Την οργάνωση, παρακολούθηση και επίβλεψη της έρευνας είχε η Μυρσίνη Ζορμπά και το μη κερδοσκοπικό σωματείο «Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού» με την χρηματοδότηση της Solidarity Now και των EEA Grants.

Η Έκθεση έχει την εξής δομή: Η ενότητα 3 παρουσιάζει τη μεθοδολογία της έρευνας (διεξαγωγή της έρευνας πεδίου, συγκρότηση δείγματος) και τα βασικά κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά του δείγματος. Οι ενότητες 4-7 παρουσιάζουν τα δεδομένα της έρευνας. Η ενότητα 4 εξετάζει τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών και των οικογενειών τους, με έμφαση στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, το αίσθημα ασφάλειας και τις διακρίσεις. Η ενότητα 5 εξετάζει τις ενδοοικογενειακές σχέσεις και ειδικότερα τις αντιλήψεις των γονέων για την ανατροφή και τα δικαιώματα των παιδιών καθώς και τις κοινές δραστηριότητες γονέων και παιδιών. Η ενότητα 6 παρουσιάζει τα αποτελέσματα της έρευνας σχετικά με τις κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές των παιδιών. Η ενότητα 7 παρουσιάζει τα δεδομένα που αφορούν στη σχέση των ερωτώμενων με το κράτος πρόνοιας και την κοινωνία πολιτών. Η τελευταία ενότητα συνοψίζει τα αποτελέσματα της έρευνας επιχειρώντας ταυτόχρονα να προσδιορίσει τα πεδία πιθανής παρέμβασης των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων που δραστηριοποιούνται στις υπό έρευνα περιοχές.

 

2. H εμπειρία από τη λειτουργία του «Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού» στο σταθμό Λαρίσης και η αρχική έρευνα συνθηκών ζωής στη περιοχή το Νοέμβριο του 2012

Το «ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ» αποτελεί έναν χώρο  όπου όλα τα παιδιά έχουν ελεύθερη πρόσβαση στη δανειστική βιβλιοθήκη του Εργαστηρίου, σε δημιουργικές και ψυχαγωγικές συλλογικές δραστηριότητες, σε τμήματα μαθησιακής υποστήριξης, σε βιωματικά εκπαιδευτικά προγράμματα, βιωματικά εργαστήρια, εκπαιδευτικά παιχνίδια, κλπ. Τα πρωινά φιλοξενεί σχολικές τάξεις, που μπορούν να παρακολουθoύν βιωματικά εκπαιδευτικά προγράμματα,  να δανειστούν βιβλία, να λάβουν μέρος σε καλλιτεχνικές δραστηριότητες, σε ομαδικά παιδαγωγικά παιχνίδια για τα δικαιώματα του παιδιού και σε οικολογικές πρωτοβουλίες. Ενώ τα απογεύματα προσφέρει στοχευόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα και μαθησιακή υποστήριξη σε παιδιά νηπιαγωγείου, δημοτικού και γυμνασίου και γνωριμία με την αθλητική και καλλιτεχνική δραστηριότητα της περιοχής. Δημιουργήθηκε από το «Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού» με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στην οδό Αλκαμένους 11 Β, κοντά στο σταθμό Λαρίσης και εγκαινιάστηκε την Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012.

Το Νοέμβριο 2012 πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της ίδρυσης του «Εργαστηρίου Πολιτισμού» από το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού έρευνα που είχε στόχο την καταγραφή των συνθηκών διαβίωσης, εκπαίδευσης, πολιτιστικής συμμετοχής, καθώς και των αναγκών των παιδιών και των οικογενειών τους, που κατοικούν στην περιοχή που περιβάλλει τον σταθμό Λαρίσης. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή που εκτείνεται από το Σταθμό Λαρίσης έως την Πλατεία Βικτωρίας και από την Πλατεία Καραϊσκάκη στο Μεταξουργείο ως την Πλατεία Αττικής.

Βασικό συμπέρασμα της έρευνας ήταν πως η  υποβάθμιση, ο φόβος, η απουσία κοινωνικών σχέσεων, οι ελλείψεις στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης και των πολιτιστικών δραστηριοτήτων, αποτελούν το επαναλαμβανόμενο μοτίβο σχεδόν όλων των συνεντεύξεων.

Το αόρατο νήμα που ενώνει όλες τις μαρτυρίες και τους απολογισμούς των υποκειμένων που εμπλέκονται στην παραγωγή του συγκεκριμένου αστικού χώρου είναι εμφανώς αυτό της δυσφορίας απέναντι στο διαφορετικό και το επισφαλώς άγνωστο. Όλα τα προβλήματα, τα οποία επικαλούνται οι κάτοικοι (οι Έλληνες σαφώς σε μεγαλύτερο βαθμό) απορρέουν από την καχυποψία ή και το φόβο απέναντι στην ετερότητα, παραβατική ή όχι, σε κάθε περίπτωση πάντως ενοχοποιημένη.

Τα 2,5 χρόνια που ακολούθησαν την έναρξη του Εργαστηρίου Πολιτισμού και σε σύγκριση της παλαιότερης προς την παρούσα έρευνα, παρατηρήθηκε στις συνθήκες ζωής των παιδιών και των οικογενειών μια προσαρμογή στα δεδομένα της περιοχής και βελτίωση των όρων διαβίωσης ως προς το θέμα της ασφάλειας. Συγκεκριμένα το αίσθημα του φόβου που συνδέεται με τη βίαιη συμπεριφορά οργανωμένων ομάδων, αστυνομίας και ρατσιστικών συμπεριφορών όπως επίσης από την έλλειψη βασικών αγαθών υποχωρεί ενώ παρατηρείται η έντονη αβεβαιότητα ως προς τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες  που θα επικρατούν στο μέλλον.

Κύριο στοιχείο της μετάβασης αυτής από το αίσθημα του φόβου στην συνθήκη της αβεβαιότητας τα χρόνια της οικονομικής κρίσης ήταν η δημιουργία ενός δικτύου αλληλεγγύης από τυπικές και άτυπες πρωτοβουλίες. Συγκεκριμένα δημιουργήθηκαν πρωτοβουλίες κοινωνικής και υλικής υποστήριξης σε επίπεδο γειτονιάς, δημιουργία κοινωνικών ιατρείων και παντοπωλείων, επιχορηγούμενα προγράμματα σε ΜΚΟ για τη παροχή βασικών αγαθών σε ευπαθείς ομάδες και θεσμοί υποστήριξης ευάλωτων ομάδων από το Δήμο και άλλους Δημόσιους φορείς.

Επίσης σημαντικό ρόλο έπαιξε το αίσθημα αλληλεγγύης από τους κατοίκους της περιοχής ανεξαρτήτου εθνικής προέλευσης και κοινωνικής θέσης το οποίο δημιούργησε ευνοϊκότερες συνθήκες ένταξης για τα παιδιά και τους γονείς.

 

3. Μεθοδολογία

Α. Διεξαγωγή έρευνας πεδίου

Η έρευνα πεδίου ήταν στοχευμένη και το δείγμα συγκροτήθηκε ώστε να περιλαμβάνει γονείς και ανήλικα παιδιά που ζουν μόνιμα στο κέντρο του Δήμου Αθηναίων, στις περιοχές του Σταθμού Λαρίσης, Πλατείας Αττικής, Εξαρχείων, Μεταξουργείου, Αγίου Παντελεήμονα, Κυψέλης, Άγιου Νικολάου, Βικτώριας, Ομόνοιας, Κεραμικού, και Ελαιώνα.

Οι συνεντεύξεις με τους ενήλικους πραγματοποιήθηκαν στο Εργαστήρι Πολιτισμού του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού, στο Κέντρο για το Παιδί – Κόμβο Αλληλεγγύης Αθήνα – Φρουραρχείο, στο Δρόμοι Ζωής, στην Π.Ε.Ψ.Α.Ε.Ε., στο Σύλλογο Γονέων του 46ου Δημοτικό Σχολείο Αθήνας, 31ο Νηπιαγωγείο Αθήνας , στο Σύλλογο Γονέων του 53ου Δημοτικό Σχολείο Αθήνας, στο Κέντρο Λογοθεραπείας «Επί Λέξει», στις πλατείες Αγ. Παντελεήμονα, Αγ. Παύλου, στη λέσχη προσκόπων Κολωνού. Η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων είχε διάρκεια περίπου 60 λεπτών η κάθε μία.

Οι συνεντεύξεις με τα παιδιά πραγματοποιήθηκαν στο Εργαστήρι Πολιτισμού του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού, στο Κέντρο για το Παιδί – Κόμβο Αλληλεγγύης Αθήνα – Φρουραρχείο, στο Διαπολιτισμικό Γυμνάσιο Α’ Αθήνας, στο 51ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών, στο 54ο Δημοτικό Σχολείο και είχαν διάρκεια περίπου 20 λεπτά.

Το ερωτηματολόγιο για τους ενήλικους αποτελείται από 84 ερωτήσεις. Το ερωτηματολόγιο για τα παιδιά αποτελείται από 33 ερωτήσεις. Οι ερωτήσεις είναι στο σύνολό τους κλειστές. Η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων ήταν απολύτως ανώνυμη και εμπιστευτική και η επεξεργασία των στοιχείων έγινε με πλήρη προστασία του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων.

Η συγκρότηση δύο διακριτών δειγμάτων είχε ως σκοπό τη μελέτη της οπτικής γωνίας τόσο των ενηλίκων γονέων όσο και των παιδιών σε ό,τι αφορά τις συνθήκες διαβίωσης και τις ενδοοικογενειακές σχέσεις, καθώς και τη σύγκριση αυτών των οπτικών γωνιών. Για το λόγο αυτό ορισμένες από τις ερωτήσεις που περιελήφθησαν στα δύο ερωτηματολόγια ήταν κοινές.

 

Β. Το δείγμα

Ερωτώμενοι γονείς: Το δείγμα των ερωτώμενων γονέων αποτελείται από 200 άτομα. Εξ αυτών το 30% (60 άτομα) είναι μεταξύ 26-34 ετών, το 53% (106 άτομα) είναι μεταξύ 35-44 ετών και το 17% (34 άτομα) είναι μεταξύ 45-59 ετών. Στο δείγμα υπεραντιπροσωπεύονται οι γυναίκες καθώς αποτελούν το 71% του συνόλου (142 άτομα), έναντι 29% του συνόλου (58 άτομα) που είναι άνδρες. Η κατανομή των φύλων παρουσιάζει κάποια διακύμανση ανάλογα με την εθνοτική ομάδα: το 70,6% των ερωτώμενων Ελλήνων είναι γυναίκες, έναντι 85% των Αλβανών και 61,2% των αλλοδαπών από άλλες χώρες.

Από εθνοτική άποψη, οι δύο μεγαλύτερες εθνοτικές ομάδες είναι αυτές των Ελλήνων (33,5%, 67 άτομα) και των Αλβανών (31%, 62 άτομα). Η αμέσως μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα είναι οι Νιγηριανοί (6,5%, 13 άτομα), οι Ρουμάνοι (4,5%, 9 άτομα), οι Αιγύπτιοι (4,5%, 9 άτομα). Οι υπόλοιποι ερωτώμενοι προέρχονται από ένα ευρύ φάσμα χωρών: Γερμανία (1 άτομο), Πολωνία (3 άτομα), Βουλγαρία (1 άτομο), Ουκρανία (1 άτομο), Λευκορωσία (1 άτομο), Μολδαβία (2 άτομα), Ρωσία (1 άτομο), Γεωργία (4 άτομα), Ουζμπεκιστάν (1 άτομο), Σενεγάλη (2 άτομα), Ακτή Ελεφαντοστού (1 άτομο), Γκάνα (1 άτομο), Καμερούν (1 άτομο), Αιθιοπία (1 άτομο), Τανζανία (1 άτομο), ΗΠΑ (2 άτομα), Κύπρος (1 άτομο), Λίβανος (1 άτομο), Ιράκ (3 άτομα), Ιράν (1 άτομο), Πακιστάν (2 άτομα), Μπαγκλαντές (5 άτομα), Σρι Λάνκα (2 άτομα), Φιλιππίνες (2 άτομα). Ο μέσος όρος παραμονής των ερωτώμενων αλλοδαπών στην Ελλάδα είναι 14,4 έτη. Σε ό,τι αφορά στο καθεστώς παραμονής, το 62,8% (81 άτομα) των αλλοδαπών δήλωσαν ότι διαμένουν στην Ελλάδα με άδεια παραμονής, το 11,6% (15 άτομα) με ροζ κάρτα και το 10,1% (13 άτομα) χωρίς χαρτιά.

Οι περισσότεροι ερωτώμενοι είναι κάτοικοι της περιοχής Αττικής, ενώ ακολουθούν οι κάτοικοι των περιοχών του Σταθμού Λαρίσης, της Κυψέλης, της Βικτώριας, του Μεταξουργείου και του Αγίου Παντελεήμονα. Οι υπόλοιποι ερωτώμενοι κατοικούν στις περιοχές Αγίου Παύλου, Κολωνού, Εξαρχείων, Ομόνοιας και στην οδό Αλεξάνδρας (βλ πίνακα 3.1).

 

Πίνακας 3.1: Περιοχές διαμονής των ερωτώμενων γονέων

ΣΤΑΘΜΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ 30
ΒΙΚΤΩΡΙΑ 26
ΑΓ.ΠΑΥΛΟΣ 5
ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ 17
ΚΟΛΩΝΟΣ 8
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ 5
ΚΥΨΕΛΗ 28
ΕΞΑΡΧΕΙΑ 3
ΟΜΟΝΟΙΑ 8
ΑΓ.ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ 12
ΑΤΤΙΚΗ 58
ΣΥΝΟΛΟ 200

 

Από πλευράς εκπαιδευτικού επιπέδου (βλ. πίνακα 3.2), το 8,5% των ερωτώμενων είναι αναλφάβητοι και απόφοιτοι δημοτικού, το 10,5% έχουν φοιτήσεις σε μερικές τάξεις της μέσης εκπαίδευσης, το 31,5% είναι απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης, το 15% είναι απόφοιτοι μεταλυκειακής εκπαίδευσης, 11,5% έχουν πτυχίο ΑΤΕΙ και το 23% έχουν πτυχίο ΑΕΙ και Μεταπτυχιακό δίπλωμα. Το εκπαιδευτικό επίπεδο των ερωτώμενων μεταβάλλεται ανάλογα με την εθνοτική ομάδα (βλ. πίνακα 3.3): οι απόφοιτοι μεταλυκειακής εκπαίδευσης, ΑΤΕΙ και ΑΕΙ υπεραντιπροσωπεύονται στους ερωτώμενους Ελληνικής υπηκοότητας (αποτελούν το 72% του συνόλου). Οι υπόλοιπες εθνοτικές ομάδες σε μεγάλο ποσοστό (περίπου 58%) έχουν λάβει μερική ή πλήρη μέση εκπαίδευση.

Πίνακας 3.2: Εκπαιδευτικό επίπεδο των ερωτώμενων

Αναλφάβητος 3 1,5%
Δημοτικό 14 7%
Μερική Μέση Εκπαίδευση 21 10,5%
Πλήρης Μέση Εκπαίδευση 63 31,5%
Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπαίδευση 30 15%
Πτυχίο ΑΤΕΙ 23 11,5%
Πτυχίο ΑΕΙ 41 20,5%
Μεταπτυχιακό Δίπλωμα 5 2,5%
Σύνολο 200 100%

 

Πίνακας 3.3: Εκπαιδευτικό επίπεδο των ερωτώμενων ανά υπηκοότητα

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα Σύνολο
Ελληνική 11 16,2% 8 11,8% 23 33,8% 26 38,2% 68
Αλβανική 2 3,2% 37 59,7% 15 24,2% 8 12,9% 62
Άλλη 4 6,0% 38 56,7% 14 20,9% 11 16,4% 67

Σε ό,τι αφορά την απασχόληση ο πληθυσμός της έρευνας χαρακτηρίζεται από την ανεργία, την επισφάλεια και την μισθωτή εργασία (πίνακες 3.4-3.7). Από πλευράς κύριας ασχολίας, το ποσοστό ανεργίας στον πληθυσμό της έρευνας είναι ιδιαίτερα υψηλό (44,5%). Συσχετίζοντας την κύρια ασχολία με την υπηκοότητα βλέπουμε ότι το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας απαντάται στους ερωτώμενους Αλβανικής υπηκοότητας. Επίσης, στο σύνολο του πληθυσμού το ποσοστό των απασχολουμένων στα οικιακά είναι, με δεδομένη την υπεραντιπροσώπευση των γυναικών, αρκετά χαμηλό. Μεταξύ των ερωτώμενων που έχουν κάποια απασχόληση, ένα σημαντικό ποσοστό κοντά στο 40% δηλώνουν ότι η απασχόλησή τους είναι εποχιακή ή περιστασιακή. Η πλειονότητα των εργαζομένων ερωτώμενων είναι μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα. Ακολουθούν οι μισθωτοί στο δημόσιο τομέα και οι εργαζόμενοι με μπλοκάκι. Ένα μικρό ποσοστό ερωτώμενων είναι αυτοαπασχολούμενοι, ενώ δεν περιλαμβάνεται κανένας εργοδότης στο δείγμα. Ως αποτέλεσμα της επισφαλούς θέσης στην αγορά εργασίας το 28,5 % (57 άτομα) των ερωτώμενων δηλώνει ότι δεν είναι ασφαλισμένοι.

 

Πίνακας 3.4: Κύρια ασχολία των ερωτώμενων

Εργαζόμενος/η 91 45,5%
Άνεργος/η 89 44,5%
Συνταξιούχος 2 1%
Μαθητής/τρια, Σπουδαστής/τρια, Φοιτητής/τρια 1 0,5%
Οικιακά 16 8%
Άλλο 1 0,5%
Σύνολο 200 100%

 

Πίνακας 3.5: Κύρια ασχολία των ερωτώμενων ανά υπηκοότητα (N=197)[1]

Ελληνική Αλβανική Άλλες χώρες
Εργαζόμενος/η 34 50% 28 45,2% 27 40,3%
Άνεργος/η 27 39,7% 31 50% 28 41,8%
Συνταξιούχος 0 0 1 1,6% 1 1,5%
Μαθητής/τρια, Σπουδαστής/τρια, Φοιτητής/τρια 0 0 0 0 1 1,5%
Οικιακά 7 10,3% 1 1,6% 7 10,4%
Άλλο 0 0 1 1,6% 0 0
Σύνολο 68 62 67

 

Πίνακας 3.6: Είδος απασχόλησης των εργαζομένων ερωτώμενων

Σταθερή απασχόληση 61 61.6%
Εποχιακή απασχόληση 17 17,2%
Περιστασιακή απασχόληση 21 21.2%
Σύνολο 99 100%

 

Πίνακας 3.7: Θέση στο επάγγελμα

Μισθωτός στο δημόσιο τομέα 16 17.4%
Μισθωτός στον ιδιωτικό τομέα 53 57.6%
Εργαζόμενος με δελτίο παροχής υπηρεσιών (μπλοκάκι) 15 16.3%
Αυτοαπασχολούμενος (χωρίς προσωπικό) 8 8.7%
Εργοδότης – έως 9 απασχολούμενοι 0 0%
Εργοδότης – 10 και άνω απασχολούμενοι 0 0%
Σύνολο 92 100%

 

Τέλος, σε ό,τι αφορά στο μέγεθος των νοικοκυριών, το 4,5% (9 άτομα) δήλωσαν ότι μένουν σε νοικοκυριά με 2 μέλη, 30% (60 άτομα) ότι μένουν σε νοικοκυριά με 3 μέλη, 46% (92 άτομα) σε νοικοκυριά με 4 μέλη, 12% (24 άτομα) σε νοικοκυριά με 5 μέλη, 7% (14 άτομα) σε νοικοκυριά με 6 μέλη και ένα άτομο ότι μένει σε νοικοκυριό με 7 μέλη. Συνεπώς η γενική εικόνα παραπέμπει κυρίως στο μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας.

Ερωτώμενα παιδιά: Το δείγμα των ερωτώμενων παιδιών αποτελείται, όπως και αυτό των γονέων, από 200 άτομα. Εξ αυτών το 56% (112 παιδιά) είναι μεταξύ 7-12 ετών και το 44% (88 παιδιά) είναι 13-19 ετών. Τα δύο φύλα εκπροσωπούνται σχεδόν εξίσου, τα αγόρια να αντιπροσωπεύουν το 53,5% (107 παιδιά) και τα κορίτσια το 46,5% (93 παιδιά). Η εθνοτική σύνθεση των ερωτώμενων παιδιών είναι παρόμοια με αυτή των γονέων. Στο σύνολο του δείγματος τα 174 παιδιά δήλωσαν υπηκοότητα, εκ των οποίων τα 36 δήλωσαν δύο υπηκοότητες. Λαμβάνοντας υπόψη και τις διπλές υπηκοότητες η κατανομή έχει ως εξής: τα περισσότερα παιδιά δήλωσαν ελληνική (61 παιδιά) και αλβανική υπηκοότητα (54). Ακολουθούν τα παιδιά που δήλωσαν Γεωργιανή υπηκοότητα (14), Ρουμανική (12), Συριανή (12) και Βουλγάρικη (10). Η υπηκοότητα που δήλωσαν τα υπόλοιπα παιδιά παρουσιάζει μεγάλη διασπορά: Ηνωμένο Βασίλειο (1), Ολλανδία (1), Ουκρανία (4), Μολδαβία (3), Ρωσία (4), Γκάνα (1), Νιγηρία (5), Λίβανος (1), Ιράν (3), Αφγανιστάν (4), Πακιστάν (2), Μπαγκλαντές (3), Σρι Λάνκα (2), Φιλιππίνες (1), Ουγγαρία (1), Ιράκ (2). Από τα 200 παιδιά του δείγματος τα 140 (70%) είναι γεννημένα στην Ελλάδα, αναλογία πολύ μεγαλύτερη από τα παιδιά που έχουν ελληνική υπηκοότητα. Το πολυπολιτισμικό προφίλ των παιδιών συμπληρώνεται από τις 3 κατά μέσο όρο γλώσσες που μιλούν (σε γενικές γραμμές την ελληνική, τη γλώσσα της χώρας καταγωγής όταν υπάρχει και μια από τις διεθνείς γλώσσες).

Σε ό,τι αφορά στο καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα, από τα 120 παιδιά που απάντησαν στη συγκεκριμένη ερώτηση, τα 92 δήλωσαν ότι έχουν άδεια παραμονής (76,7%), τα 11 δήλωσαν ότι έχουν ροζ κάρτα (9,2%) και τα 17 δήλωσαν ότι ζουν χωρίς χαρτιά (14,2%).

Τα περισσότερα παιδιά που πήραν μέρος στην έρευνα είναι κάτοικοι της περιοχής Σταθμού Λαρίσης. Ακολουθούν τα παιδιά που είναι κάτοικοι Κυψέλης, Μεταξουργείου και Βικτώριας. Τα υπόλοιπα παιδιά κατοικούν στις περιοχές Αγίου Παύλου, Κολωνού, Εξαρχείων, Ομόνοιας, Αγίου Παντελεήμονα, και στην οδό Αλεξάνδρας Αττικής (βλ. πίνακα 3.8).

 

Πίνακας 3.8: Περιοχές διαμονής των ερωτώμενων παιδιών

ΣΤΑΘΜΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ 65
ΒΙΚΤΩΡΙΑ 19
ΑΓ.ΠΑΥΛΟΣ 5
ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ 21
ΚΟΛΩΝΟΣ 1
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ 4
ΚΥΨΕΛΗ 22
ΕΞΑΡΧΕΙΑ 1
ΟΜΟΝΟΙΑ 17
ΑΓ.ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ 10
ΑΤΤΙΚΗ 35
ΣΥΝΟΛΟ 200

 

4. Συνθήκες διαβίωσης: επίπεδο ζωής, ασφάλεια, διακρίσεις

Υλικές συνθήκες: Όπως έχει ήδη διαφανεί από την προηγούμενη ενότητα, ειδικά από το ποσοστό ανεργίας, το δείγμα της έρευνας αποτελεί έναν πληθυσμό ο οποίος ζει κάτω από δύσκολες υλικές συνθήκες. Στον πίνακα 4.1 βλέπουμε τις απαντήσεις σχετικά με τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ερωτώμενοι στην καθημερινότητά τους. Τα υψηλότερα ποσοστά συγκεντρώνονται στις απαντήσεις «ανεργία» και «βασικές αναγκές», κάτι που φανερώνει την πίεση που ασκούν στους ερωτώμενους οι οικονομικές δυσκολίες (στη συνέχεια θα δούμε ότι οι ίδιες πιέσεις εκφράζονται στις ερωτήσεις που αφορούν στο μέλλον και τις ανάγκες των παιδιών). Μάλιστα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στο δείγμα αντιπροσωπεύονται σε αρκετά υψηλά ποσοστά οι απόφοιτοι μεταδευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Συνεπώς πρόκειται για πληθυσμό που δεν στερείται προσόντων και δεξιοτήτων, αλλά πλήττεται από οικονομική άποψη (σε ποσοστά ανώτερα του εθνικού μέσου όρου, σε ό,τι αφορά την ανεργία).

Ως σημαντικό πρόβλημα αναδεικνύεται η έλλειψη ασφάλειας. Ενώ δεν διαθέτουμε επαρκή στοιχεία που θα μας επέτρεπαν να διερευνήσουμε το περιεχόμενο του αισθήματος ανασφάλειας και να αποτιμήσουμε σε ποιο βαθμό οφείλεται σε στερεότυπα ή σε πραγματικές εμπειρίες, θα μπορούσαμε να συσχετίσουμε την έλλειψη ασφάλειας με τον φόβο που υπάρχει από τους κατοίκους – ερωτώμενους σε σχέση με τη διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών σε εισόδους πολυκατοικιών. Σε κάθε περίπτωση μπορούμε να συναγάγουμε από τον πίνακα ότι το αίσθημα ανασφάλειας που χαρακτηρίζει το ήμισυ του δείγματος δεν σχετίζεται με τους γείτονες (αλλά προφανώς με άλλες κατηγορίες χρηστών του χώρου της περιοχής, όπως οι χρήστες ή οι διακινητές ναρκωτικών ουσιών).

Αξίζει να σημειώσουμε ότι 31 άτομα δηλαδή το 23,4% των ερωτηθέντων που δεν έχουν ελληνική καταγωγή δηλώνουν ως πρόβλημα τα χαρτιά παραμονής. Αν λάβουμε υπόψη ότι στη συγκεκριμένη ερώτηση (όπως και σε άλλες ερωτήσεις με θέμα το καθεστώς παραμονής) ενδεχομένως έχουμε απόκρυψη της χωρίς χαρτιά παραμονής, ο αριθμός αυτός είναι αρκετά μεγάλος. Τέλος, ένα 13,5% του δείγματος αναφέρει ως πρόβλημα τις υπηρεσίες, ποσοστό μάλλον μικρό αν αναλογιστούμε ότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια (βλ. κεφάλαιο 6), πρόκειται για έναν πληθυσμό αρκετά εξαρτημένο από τις υπηρεσίες δημοσίων και ιδιωτικών οργανισμών για τη διαβίωσή του.

 

Πίνακας 4.1: Βασικά προβλήματα καθημερινότητας
Ανεργία 140 70%
Βασικές ανάγκες (τροφή, ένδυση, στέγη) 126 63%
Ασφάλεια 105 52,5%
Kακές σχέσεις με τους γείτονες 1 0,5%
Χαρτιά παραμονής 31 15,5%
Αστυνομία 17 8,5%
Πρόσβαση σε υπηρεσίες 27 13,5%
Άλλο 7 3,5%

 

Τα προαναφερόμενα βασικά προβλήματα της καθημερινότητας δεν απασχολούν στον ίδιο βαθμό όλες τις εθνοτικές ομάδες. Στον πίνακα 4.2 έχουμε διακρίνει ανάμεσα στους έχοντες Ελληνική και Αλβανική υπηκοότητα, ενώ έχουμε συνομαδώσει σε μια τρίτη κατηγορία όσους έχουν υπηκόοτητα άλλων χωρών (η επιλογή αυτή παρουσιάζει το πρόβλημα ότι η τρίτη κατηγορία είναι εξαιρετικά ετερόκλητη, κάνουμε όμως αυτή την επιλογή λόγω της μεγάλης διασποράς των εθνοτικών προελεύσεων πλην των Ελλήνων και των Αλβανών). Βλέπουμε ότι η ανεργία και τα βασικά αγαθά απασχολούν σχετικώς λιγότερο τους ερωτώμενους ελληνικής υπηκοότητας κάτι που αντανακλά την καλύτερη κοινωνικο-οικονομική τους θέση.

Ένα σημαντικό ποσοστό αλλοδαπών ερωτώμενων αναφέρει την έλλειψη χαρτιών παραμονής ως βασικό πρόβλημα καθημερινότητας. Αξίζει δε να παρατηρήσουμε ότι το 22,5% των αλλοδαπών ερωτώμενων που δηλώνει ότι τα χαρτιά παραμονής αποτελούν βασικό πρόβλημα είναι διπλάσιο του 10,1% των αλλοδαπών του δείγματος που δηλώνει ότι διαμένει στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά. Αυτά τα νούμερα καταδεικνύουν την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα των αλλοδαπών ερωτώμενων που πηγάζουν από τις νομικές προϋποθέσεις και τις γραφειοκρατικές δυσκολίες στην έκδοση ή στην ανανέωση των συγκεκριμένων εγγράφων. Κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει το ενδεχόμενο της απόκρυψης της διαμονής στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά, ωστόσο φαντάζει πιθανότερο η απάντηση στην ερώτηση για τα βασικά προβλήματα της καθημερινότητας να αναφέρεται στον κίνδυνο απώλειας του καθεστώτος νόμιμης παραμονής.

Στον ίδιο πίνακα (4.2) βλέπουμε ότι η ασφάλεια απασχολεί περισσότερο τους ερωτώμενους Αλβανικής υπηκοότητας, εν συνεχεία τους ερωτώμενους Ελληνικής υπηκοότητας και τέλος, τους ερωτώμενους με υπηκοότητα άλλων χωρών (για το ζήτημα της ασφάλειας βλ. παρακάτω). Η αστυνομία αναφέρεται ως πρόβλημα από τους ερωτώμενους Αλβανικής υπηκοότητας σε ποσοστό 5% και από τους αλλοδαπούς από τις υπόλοιπες χώρες σε ποσοστό 16%. Η διαφορά αυτή είναι ενδιαφέρουσα με δεδομένο ότι δεν μπορεί να αποδοθεί στην «απειλή» που αντιπροσωπεύουν οι αστυνομικές αρχές για τα άτομα χωρίς χαρτιά, εφόσον οι Αλβανοί αναφέρουν ως πρόβλημα τα χαρτιά παραμονής σε υψηλότερο ποσοστό από τους υπόλοιπους αλλοδαπούς. Το γεγονός ότι οι αλλοδαποί -πλην Αλβανών- αναφέρουν ως πρόβλημα την αστυνομία σε υψηλότερα ποσοστά μπορεί να εκληφθεί ως ένδειξη μιας γενικότερης προβληματικής σχέσης αυτής της κατηγορίας ερωτώμενων με τις αστυνομικές αρχές (η οποία πάντως δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη ένταση, καθώς το ποσοστό είναι αρκετά χαμηλό). Ενδεχομένως, η απάντηση αυτή από τους ερωτώμενους να υποκρύπτει φόβο για τις αστυνομικές πρακτικές στην περιοχή του σταθμού Λαρίσης που κάποιες φορές μπορεί να εκλαμβάνονται από τους ίδιους ως στοχοποιήσεις με ρατσιστικά κίνητρα. Τέλος, στον πίνακα βλέπουμε ότι η πρόσβαση σε υπηρεσίες αναφέρεται ως πρόβλημα κυρίως από τους Έλληνες, παρά το ότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια αποτελούν την ομάδα με τη μικρότερη εξάρτηση από κοινωνικές υπηρεσίες. Το στοιχείο αυτό δείχνει εμμέσως ότι οι Έλληνες δείχνουν να αισθάνονται ότι έχουν περισσότερα δικαιώματα στις υπηρεσίες, κάτι που τους κάνει να θεωρούν πρόβλημα την περιορισμένη συμμετοχή τους. Οι αλλοδαποί πλην Αλβανών, οι οποίοι έχουν υψηλό ποσοστό ανεργίας αλλά σχετικά χαμηλό ποσοστό στην ένταξη στο ταμείο ανεργίας, επίσης δηλώνουν σε σχετικά υψηλό ποσοστό ότι η πρόσβαση στις υπηρεσίες αποτελεί πρόβλημα.

 

Πίνακας 4.2: Βασικά προβλήματα της καθημερινότητας ανά υπηκοότητα ερωτώμενου (Ελλάδα= 68, Αλβανία=62, Άλλες χώρες=67) (N=197)[2]

Ελληνική Αλβανική Άλλες χώρες
Ανεργία 42 61,8% 46 74,2% 51 76,1%
Βασικές Ανάγκες 36 52,9% 42 67,7% 47 70,1%
Ασφάλεια 30 44,1% 50 80,6% 23 34,3%
Κακές σχέσεις με γείτονες 0% 0% 1 1,5%
Χαρτιά παραμονής 1 1,5% 16 25,8% 13 19,4%
Αστυνομία 4 5,9% 3 4,8% 10 14,9%

Μία ακόμη ένδειξη των αρνητικών υλικών συνθηκών τις οποίες αντιμετωπίζουν οι ερωτώμενοι είναι οι απαντήσεις στον πίνακα 4.3 όπου βλέπουμε τα πολύ υψηλά ποσοστά (70-80%) όσων αντιμετωπίζουν δυσκολία στο να αντεπεξέλθουν στις δαπάνες που αφορούν σε στοιχειώδεις ανάγκες όπως το ενοίκιο, τα κοινόχρηστα και λογαριασμοί ΔΕΗ και τηλεφώνου. Δυσκολίες αντιμετωπίζουν επίσης περισσότεροι από τους μισούς που έχουν δαπάνες για δίδακτρα και δόσεις για πιστωτικές κάρτες και δάνεια (περίπου όμως οι μισοί ερωτώμενοι του συνολικού δείγματος δεν έχουν τέτοιες δαπάνες, οι οποίες προσιδιάζουν σε ένα περισσότερο μεσοαστικό προφίλ νοικοκυριού).

 

Πίνακας 4.3: Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών είχατε δυσκολία να αντεπεξέλθετε στις παρακάτω οικονομικές υποχρεώσεις
Ενοίκιο Κοινόχρηστα Δόσεις (πιστωτικών καρτών, δανείου) Δίδακτρα Λογαριασμοί

ΔΕΗΛογαριασμοί τηλεφώνουΦόροι/ έκτακτες εισφορέςΣχεδόν πάντα46%38%11%15,5%47%22,5%15,5%Ναί, μερικές φορές34%34%23%23%41,5%45%15,5%Όχι ποτέ10,5%22,5%18,5%13,5%11,5%27,5%21%Δεν έχω τέτοιες δαπάνες9,5%5,5%47%45,5%0%5%43,5%ΔΓ/ΔΑ0%0%0%2,5%0%0%4,5%

Ταυτόχρονα, ωστόσο, σε άλλες ερωτήσεις διαπιστώνουμε πως πρόκειται για πληθυσμό ο οποίος δεν χαρακτηρίζεται από μορφές ακραίας φτώχειας και αποστέρησης. Στον πίνακα 4.4 βλέπουμε ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα τους πλειονότητα οι ερωτώμενοι δηλώνουν ότι τα παιδιά τους έχουν κανονική πρόσβαση στα βασικά είδη διατροφής και στις υπηρεσίες υγείας. Αντίστοιχα, στις ερωτήσεις που τέθηκαν στα παιδιά σχετικά με τη διατροφή, τα παιδιά που δηλώνουν ότι στερούνται βασική διατροφή είναι πολύ περιορισμένα (πίνακες 4.5-4.6).

 

Πίνακας 4.4: Ερωτήσεις για την υγεία και τη διατροφή του παιδιού (ή των παιδιών)
Παρακολουθεί το παιδί παιδίατρος τακτικά; 181 90,5%
Έχει κάνει όλα τα εμβόλια; 193 96,5%
Έχει βιβλιάριο υγείας; 191 95,5%
Το παιδί τρώει πρωινό ή πρόγευμα στο σχολείο? 159 79,5%
Το παιδί τρώει 2-3 φορές τη βδομάδα φρούτα, κρέας η/και ψάρι? 160 80%
Πάσχει από κάποια χρόνια ασθένεια ή αναπηρία? 11 5,5%

Πίνακας 4.5: Συχνότητα κατανάλωσης πρωινού από τα παιδιά

Κάθε μέρα 121 60,5%
Μερικές φορές τη βδομάδα 54 27%
Σπάνια 25 12,5%

Πίνακας 4.6: Συχνότητα κατανάλωσης μεσημεριανού από τα παιδιά

Κάθε μέρα 181 90,5%
Μερικές φορές τη βδομάδα 16 8%
Σπάνια 3 1,5%

 

Οι υλικές δυσκολίες αντανακλώνται στους σχεδιασμούς και τις προβολές στο μέλλον που κάνουν οι ερωτώμενοι. Το 46% των ερωτώμενων (92 άτομα) δηλώνουν ότι σκέφτονται να μετακινηθούν σε άλλη γειτονιά ή σε άλλη χώρα (πίνακας 4.7). Εξ αυτών, η μεγάλη πλειονότητα θα έκανε αυτή την επιλογή για οικονομικούς λόγους (κόστος ζωής, εύρεση εργασίας). Στην ίδια κατεύθυνση, η συντριπτική πλειονότητα των ερωτώμενων δηλώνει ότι αν είχε επιπλέον οικονομικούς πόρους θα τους διέθετε για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου (βλ. πίνακα 4.8). Στον ίδιο πίνακα βλέπουμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ερωτώμενων απαντά ότι θα διέθετε τα χρήματα για ενισχυτικά μαθήματα στα παιδιά, κάτι που συνάδει με την έμφαση που δίνει η πλειονότητα των ερωτώμενων στην εκπαίδευση (όπως θα δούμε στη συνέχεια).

Πίνακας 4.7: Λόγοι μετακίνησης σε άλλη γειτονιά ή σε άλλη χώρα

Κόστος ζωής (ενοίκιο-τιμές) 56 60,9%
Εύρεση εργασίας 73 79,3%
Επανένωση οικογένειας 11 12,0%
Κοινωνικές διακρίσεις 6 6,5%
Νομιμοποίηση παραμονής 11 12,0%
Άλλο 10 10,9%

 

Πίνακας 4.8: Εάν είχατε περισσότερα χρήματα θα τα διαθέτατε για:
Βελτίωση βιοτικού επιπέδου 169 84,5%
Αποταμίευση 102 51%
Ενισχυτικά μαθήματα στα παιδιά 114 57%
Ψυχαγωγία 47 23,5 %
Διακοπές 68 34%
Έναρξη ιδιωτικής επιχείρησης 81 40,5%
Άλλο 2 1%

 

Διακρίσεις: Από τις συνολικές απαντήσεις του πληθυσμού που πήρε μέρος στην έρευνα δεν προκύπτει η εικόνα μιας περιοχής στην οποία οι διακρίσεις είναι έντονες. Μια προσεκτικότερη ματιά, ωστόσο, φανερώνει ότι οι διακρίσεις έχουν συγκεκριμένες εστίες. Θα λέγαμε λοιπόν ότι, με βάση τα στοιχεία της έρευνας, στην υπό έρευνα περιοχή η συμβίωση δεν χαρακτηρίζεται γενικά από εντάσεις αλλά και ταυτόχρονα υπάρχουν ειδικές κατηγορίες πληθυσμού που υφίστανται διακρίσεις (αν και οι διακρίσεις αυτές δεν εκδηλώνονται απαραίτητα σε επίπεδο γειτονιάς).

Από το σύνολο των ερωτώμενων το 23% (46 άτομα) δήλωσε ότι ανήκει σε ομάδα που υφίσταται διακρίσεις στην Ελλάδα. Το ποσοστό αυτό κατανέμεται άνισα ανάμεσα στις διαφορετικές εθνοτικές ομάδες (βλ. πίνακα 4.9), με τους ερωτώμενους Αλβανικής προέλευσης να δηλώνουν σε μικρότερο ποσοστό ότι η ομάδα τους υφίσταται διακρίσεις σε σχέση με αλλοδαπούς από άλλες χώρες.

 

Πίνακας 4.9: Απαντήσεις στην ερώτηση «θα λέγατε ότι ανήκετε σε μια ομάδα η οποία υφίσταται διακρίσεις σε αυτή τη χώρα;» ανά υπηκοότητα

Ελλάδα Αλβανία Άλλες χώρες
Ναι 4

5,6%9

14,5%31

46,3%Όχι64

94,4%58

83,9%34

50,7%ΔΑ0

0%1

1,6%2

3%

Μια έμμεση ένδειξη για την ύπαρξη διακρίσεων στο σχολείο είναι η ερώτηση σχετικά με το αν συμμετέχουν τα παιδιά στις σχολικές εκδρομές, όπου μόνο δύο ερωτώμενοι γονείς απάντησαν ότι τα παιδιά δεν συμμετέχουν ποτέ (αυτό επιβεβαιώνεται από το ερωτηματολόγιο των παιδιών, όπου το 90,5% των παιδιών δήλωσαν ότι συμμετέχουν στις γιορτές και τις εκδρομές του σχολείου). Στην ευθεία ερώτηση αν το παιδί ή τα παιδιά του ερωτώμενου υφίστανται διακρίσεις στο σχολείο, θετικά απάντησε το 14,5% (29 άτομα). Στην ερώτηση σε ποια βάση υφίσταται διακρίσεις το παιδί στο σχολείο οι ερωτώμενοι απάντησαν κατά σειρά την εθνικότητα (44,8%, 13 άτομα), τη γλώσσα (37,9%, 11 άτομα), το χρώμα και η φυλή (27,6%, 8 άτομα) και, τέλος, τη θρησκεία (13,8%, 4 άτομα).

Στις αντίστοιχες ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκαν να απαντήσουν τα παιδιά, οι απαντήσεις κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Συνολικά φαίνεται ότι η ένταση των διακρίσεων στη βάση της εθνότητας και της φυλής είναι μάλλον χαμηλή, ενώ οι διακρίσεις σε μικρότερες ηλικίες και στη βάση των σωματικών χαρακτηριστικών είναι πιο σημαντικές (βλ. πίνακες 4.10-4.13)

Πίνακας 4.10: Απαντήσεις στην ερώτηση «Σε κοροϊδεύουν/πειράζουν στο σχολείο;»

7-12 ετών 13+ ετών Σύνολο
ΝΑΙ 34 40% 19 21,6% 63 31,5%
ΟΧΙ 51 60% 69 78,4% 137 68,5%
85 100% 88 100% 200 100%

Πίνακας 4.11: Απαντήσεις στην ερώτηση «Σε κοροϊδεύουν/πειράζουν στο σχολείο;» ανάλογα με την υπηκοότητα του παιδιού[3]

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[4]
ΝΑΙ 8 28,6% 18 33,3% 27 29,3% 63
ΟΧΙ 20 71,4% 36 66,7% 65 70,7% 137
Σύνολο 28 100% 54 100% 92 100% 200

Πίνακας 4.12: Απαντήσεις στην ερώτηση «Για ποιο λόγο σε κοροϊδεύουν/πειράζουν;» (Ν=67)

Χρώμα ή φυλή 3 4,9%
Εθνικότητα 7 11,5%
Θρησκεία 4 6,6%
Ύψος-Βάρος 23 37,7%
Γλώσσα 11 18,0%
Άλλο 19 31,1%

Πίνακας 4.13: Απαντήσεις στην ερώτηση «Για ποιο λόγο σε κοροϊδεύουν/πειράζουν;» ανάλογα με την υπηκοότητα του παιδιού

Ελληνική Αλβανική Άλλη
Χρώμα ή φυλή 0% 0% 3 100%
Εθνικότητα 0% 1 14,3% 5 71%
Θρησκεία 1 25% 0% 3 75%
Ύψος-Βάρος 4 17,4% 10 43,5% 5 21,7%
Γλώσσα 1 9,1% 1 9,1% 9 81,8%
Άλλο 4 21,1% 6 31,6% 4 21,1%

Ασφάλεια: Στον πίνακα 4.14 βλέπουμε τις απαντήσεις σε ένα ερώτημα που εξειδικεύει το ζήτημα της ασφάλειας στη γειτονιά (προηγουμένως είχαμε αναφερθεί στην ερώτηση που εξέταζε τη σημασία της ασφάλειας ως ενός κάπως γενικότερου ζητήματος καθημερινότητας). Οι απαντήσεις στο ερώτημα αυτό επιβεβαιώνουν ότι οι ερωτώμενοι αλβανικής υπηκοότητας χαρακτηρίζονται από τον εντονότερο αίσθημα ανασφάλειας, τόσο στη γειτονιά όσο και στην καθημερινότητα[5]. Αντίθετα, οι Έλληνες αισθάνονται τη μεγαλύτερη ασφάλεια στη γειτονιά συγκριτικά με τις άλλες εθνοτικές ομάδες, ενώ οι λοιποί αλλοδαποί έχουν ποσοστά ανάμεσα σε αυτά των Ελλήνων και των Αλβανών. Συνολικά, το αίσθημα ανασφάλειας στη γειτονιά δεν είναι αμελητέο, καθώς μόνο το1/4 των ερωτώμενων δηλώνει πολύ ασφαλής.

Πίνακας 4.14: Απαντήσεις στην ερώτηση «Πόσο ασφαλής αισθάνεστε όταν περπατάτε μόνος στη γειτονιά σας;» ανά υπηκοότητα ερωτώμενου

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[6]
Πολύ 28 41,2% 5 8,1% 19 28,4% 54 27%
Λίγο 35 51,5% 42 67,7% 27 40,3% 105 52,5%
Καθόλου 5 7,4% 15 24,2% 20 29,9% 40 20%
ΔΑ 0 0% 0 0% 1 1,5% 1 0,5%
Σύνολο 68 100% 62 100% 67 100% 200 27%

Στα παιδιά βρίσκουμε αντίστοιχο αίσθημα φόβου, το οποίο, όπως είναι αναμενόμενο ενισχύεται όσο μειώνεται η ηλικία (πίνακας 4.15). Επιπλέον, τα παιδιά αλβανικής υπηκοότητας χαρακτηρίζονται επίσης από ισχυρότερο αίσθημα φόβου στη γειτονιά, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση της εθνοτικής τους ομάδας (πίνακας 4.16).

Πίνακας 4.15: Απαντήσεις των παιδιών στην ερώτηση «Φοβάσαι να κυκλοφορήσεις μόνος/η το βράδυ στη γειτονιά;»

7-12 ετών 13+ ετών Σύνολο
ΝΑΙ 70 62,5% 29 33,0% 99 49,5%
ΟΧΙ 42 37,5% 59 67,0% 101 50,5%

Πίνακας 4.16: Απαντήσεις στην ερώτηση «Φοβάσαι να κυκλοφορήσεις μόνος/η το βράδυ στη γειτονιά;» ανά υπηκοότητα των παιδιών

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[7]
NAI 15 53,6% 33 61,1% 41 44,6% 99 49,5%
OXI 13 46,4% 21 38,9% 51 55,4% 101 50,5%
Σύνολο 28 100% 54 100% 92 100% 200 100%

 

5. Ενδοοικογενειακές σχέσεις

Στις ερωτήσεις που αφορούν τη συμμετοχή των παιδιών στις αποφάσεις της οικογένειας, η πλειονότητα των ερωτώμενων απαντούν «Ναι» (26,5%, 53 άτομα) και «Μερικές φορές» (36,5%, 74 άτομα). Αυτό σημαίνει ότι η συμμετοχή των παιδιών στις αποφάσεις στις οικογένειες του δείγματος είναι υψηλή, αν και παραμένει ένα σημαντικό 36,5% (73 άτομα) των ερωτώμενων που δηλώνουν ότι τα παιδιά τους είναι αποκλεισμένα από τις αποφάσεις. Σε μια σειρά άλλες ερωτήσεις επιβεβαιώνεται η εικόνα ισότιμης μεταχείρισης της πλειονότητας των παιδιών στις οικογένειες, αλλά και η ύπαρξη μιας σημαντικής μειονότητας ερωτώμενων που αποδίδουν στα παιδιά μια υποδεέστερη θέση. Έτσι, στην ερώτηση «Νομίζετε ότι το παιδί πρέπει να λέει ελεύθερα τη γνώμη του χωρίς φόβο;», ένα 14% (28 άτομα), απαντά αρνητικά. Οι απαντήσεις στις αντίστοιχες ερωτήσεις που απευθύνθηκαν στα παιδιά που πήραν μέρος στην έρευνα κινούνται στην ίδια κατεύθυνση (βλ. πίνακας 5.1). Στον ίδιο πίνακα παρατηρούμε επίσης ότι αποκλεισμός από τις αποφάσεις της οικογένειας δεν εξαρτάται από την ηλικία, καθώς το σχετικό ποσοστό (απάντηση «Ποτέ» στην ερώτηση «Ρωτάνε οι γονείς τη γνώμη σου για όσα αποφασίζουν στο σπίτι;») είναι το ίδιο στις ηλιακές ομάδες 7-12 και άνω των 13 ετών.

 

Πίνακας 5.1: Απαντήσεις στην ερώτηση «Ρωτάνε οι γονείς τη γνώμη σου για όσα αποφασίζουν στο σπίτι;» ανά ηλικιακή ομάδα

7-12 ετών 13+ ετών Σύνολο
Πάντα 30 26,8% 31 35,2% 61 30,5%
Συχνά 35 31,3% 19 21,6% 54 27%
Αραιά 32 28,6% 25 28,4% 57 28,5%
Ποτέ 15 13,4% 13 14,8% 28 14%

 

Η συμμετοχή των παιδιών στις αποφάσεις της οικογένειας μεταβάλλεται ανάλογα με την εθνοτική ομάδα (πίνακας 5.2). Έτσι, τα ελληνικής υπηκοότητας παιδιά απαντούν «Πάντα» και «Συχνά» στη σχετική ερώτηση σε ποσοστό 75%, τα παιδιά αλβανικής υπηκοότητας σε ποσοστό 59,3%, και τα παιδιά με υπηκοότητα από άλλες χώρες σε ποσοστό 51,1%. Ωστόσο θα πρέπει να ερμηνεύσουμε τη διαφοροποίηση με βάση το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο των Ελλήνων του δείγματος, παρά ως αποτέλεσμα διαφορετικών πολιτισμικών πρότυπων οργάνωσης της οικογένειας.

Πίνακας 5.2: Απαντήσεις στην ερώτηση «Ρωτάνε οι γονείς τη γνώμη σου για όσα αποφασίζουν στο σπίτι;» ανά υπηκοότητα του παιδιού

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[8]
Πάντα 10 35,7% 15 27,8% 30 32,6% 61 30,5%
Συχνά 11 39,3% 17 31,5% 17 18,5% 54 27,0%
Αραιά 6 21,4% 15 27,8% 28 30,4% 57 28,5%
Ποτέ 1 3,6% 7 13,0% 17 18,5% 28 14,0%
Σύνολο 28 100,0% 54 100,0% 92 100,0% 200 100,0%

 

Στη συνέχεια επανερχόμαστε στο ίδιο ζήτημα, δηλαδή στην επιρροή της εθνοτικής ομάδας και του εκπαιδευτικού επιπέδου στον βαθμό και τρόπο ενασχόλησης των γονέων με τα παιδιά. Στον πίνακα 5.3 βλέπουμε ότι η πλειονότητα των ερωτώμενων δηλώνουν ότι στο χρόνο που περνούν με τα παιδιά τους κάνουν βόλτες στην πόλη και βλέπουν τηλεόραση, ενώ το ήμισυ των ερωτώμενων δηλώνουν ότι τα βοηθούν στις σχολικές τους υποχρεώσεις και διαβάζουν μαζί τους εξωσχολικά βιβλία. Συσχετίζοντας τις απαντήσεις με την εθνοτική ομάδα, βλέπουμε να αναδεικνύονται διαφορετικά πρότυπα ενασχόλησης με το παιδί. Στην ομάδα των Ελλήνων το υψηλότερο ποσοστό στην προετοιμασία μαθημάτων, συμβαδίζει με υψηλότερο ποσοστό στις πολιτιστικές δραστηριότητες (θέατρο, μουσείο, κινηματογράφος) και με χαμηλότερο ποσοστό στην παρακολούθηση τηλεόρασης.

 

Πίνακας 5.3: Απαντήσεις στο ερώτημα «Πως περνάτε το χρόνο σας με το παιδί;» ανά υπηκοότητα του ερωτώμενου

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο
Προετοιμασία μαθημάτων 44 64,7% 30 48,4% 35 52,2% 109 54,5%
Διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων 26 38,2% 25 40,3% 35 52,2% 86 43%
Βόλτες στην πόλη, ψώνια 51 75,0% 55 88,7% 58 86,6% 164 82%
Τηλεόραση 33 48,5% 51 82,3% 46 68,7% 130 65%
Επισκέψεις σε θέατρο, μουσείο, κινηματογράφο 30 44,1% 21 33,9% 22 32,8% 73 36,5%
Άλλο 4 5,9% 2 3,2% 5 7,5% 11 5,5%

Το πιθανότερο όμως είναι ότι οι διαφορές αυτές, που παραπέμπουν σε ένα πρότυπο «ποιοτικότερων» δραστηριοτήτων με το παιδί, να οφείλονται στο άνισο εκπαιδευτικό επίπεδο των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων του δείγματος. Πράγματι, στον πίνακα 5.4 βλέπουμε ότι όσο αυξάνεται το εκπαιδευτικό επίπεδο, τόσο αυξάνονται τα ποσοστά των απαντήσεων στις δραστηριότητες που αφορούν το σχολείο, το διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων και τις πολιτιστικές δραστηριότητες, κάτι που παραπέμπει σαφώς στην επίδραση του πολιτιστικού κεφαλαίου. Η μόνη δραστηριότητα της οποίας το ποσοστό παραμένει σταθερό σε όλα τα εκπαιδευτικά επίπεδα είναι αυτό της τηλεόρασης.

Πίνακας 5.4: Απαντήσεις στο ερώτημα «Πως περνάτε το χρόνο σας με το παιδί;» ανά εκπαιδευτικό επίπεδο του ερωτώμενου

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα
Προετοιμασία μαθημάτων επόμενης μέρας 8 47,1% 43 51,2% 30 56,6% 28 60,9%
Διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων 7 41,2% 30 35,7% 24 45,3% 25 54,3%
Βόλτες στη πόλη, ψώνια 14 82,4% 69 82,1% 49 92,5% 32 69,6%
Παρακολούθηση τηλεόρασης 11 64,7% 56 66,7% 33 62,3% 30 65,2%
Επισκέψεις σε θέατρο, μουσείο, κινηματογράφο 3 17,6% 23 27,4% 22 41,5% 25 54,3%
Άλλο 1 5,9% 5 6,0% 3 5,7% 2 4,3%
Σύνολο 17 84 53 46

 

Η συσχέτιση του τρόπου ενασχόλησης με το παιδί με την κύρια ασχολία του ερωτώμενου γονέα αποκαλύπτει μία ακόμη πτυχή της επιρροής των ευρύτερων υλικών συνθηκών πάνω στις ενδοοικογενειακές σχέσεις (βλ. πίνακα 5.5). Είναι σημαντικό ότι οι άνεργοι εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά από τους εργαζόμενους στην βοήθεια των παιδιών για την προετοιμασία των μαθημάτων της επόμενης μέρας καθώς και στις πολιτιστικές δραστηριότητες. Αν οι πιο περιορισμένοι οικονομικοί πόροι των ανέργων δικαιολογούν το χαμηλότερο ποσοστό στις πολιτιστικές δραστηριότητες, ο περισσότερος διαθέσιμος χρόνος θα μπορούσε να οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά στην προετοιμασία των μαθημάτων. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει, κάτι που ίσως δείχνει την αρνητική επίδραση της ανεργίας στη διάθεση για υποστήριξη των δραστηριοτήτων των παιδιών. Πέρα από τις ψυχολογικές προεκτάσεις, η ανεργία και οι οικονομικές δυσκολίες που προκύπτουν, δεν αφήνουν την επιλογή σε γονείς να υποστηρίξουν τη συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες για τα παιδιά τους όπου θα πρέπει μηνιαίως να πληρώσουν κάποιο χρηματικό ποσό.

 

Πίνακας 5.5: Απαντήσεις στο ερώτημα «Πως περνάτε το χρόνο σας με το παιδί;» ανά κύρια ασχολία του ερωτώμενου

Εργαζόμενοι Άνεργοι Οικιακά
Προετοιμασία μαθημάτων επόμενης μέρας 55 60% 45 40% 7 44%
Διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων 37 41% 44 39% 3 19%
Βόλτες στη πόλη, ψώνια 70 77% 76 68% 15 94%
Παρακολούθηση τηλεόρασης 58 64% 58 52% 11 69%
Επισκέψεις σε θέατρο, μουσείο, κινηματογράφο 40 44% 27 24% 5 31%
Άλλο 2 2% 6 5% 2 13%

Οι απαντήσεις στις σχετικές ερωτήσεις που τέθηκαν στα παιδιά επιβεβαιώνουν το ότι περίπου τα μισά παιδιά δεν έχουν βοήθεια στο σπίτι για την προετοιμασία των μαθημάτων. Συγκεκριμένα το 45% των παιδιών (90 παιδιά) απάντησε θετικά στο ερώτημα «Έχεις βοήθεια στο σπίτι για να κάνεις τα μαθήματά σου;», έναντι 55% (110 παιδιά) που απάντησε αρνητικά. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι από τα παιδιά που δήλωσαν ότι δεν έχουν βοήθεια μόνο περίπου τα μισά (49,%, 54 παιδιά) απάντησαν ότι δεν την χρειάζονται, ενώ τα υπόλοιπα μισά ότι δεν έχουν βοήθεια επειδή οι γονείς τους δεν έχουν αρκετές γνώσεις (37.3%, 41 παιδιά) ή δεν έχουν χρόνο (16,4%, 18 άτομα). Τα ποσοστά αυτά προσδιορίζουν έναν πληθυσμό παιδιών (περίπου 1/4 του δείγματος) τα οποία έχει ανάγκη για βοήθεια για την προετοιμασία των μαθημάτων την οποία δεν είναι σε θέση να τους την παράσχουν οι γονείς τους.

Στη συνέχεια εξετάζουμε μια σειρά πίνακες που αφορούν στο κανονιστικό πλαίσιο της οικογένειας και τις προτεραιότητες των γονέων για τα παιδιά τους. Οι απαντήσεις των ερωτώμενων στην ερώτηση «Πως αντιμετωπίζετε το παιδί όταν δεν είναι ήσυχο;» (πίνακας 5.6) δείχνουν ότι οι περισσότεροι γονείς του δείγματος κάνουν παρατηρήσεις ή επιβάλλουν κάποια μορφή στέρησης (χρήσης υπολογιστή, βόλτας, συμμετοχής σε εκδήλωση). Αντίθετα, η συζήτηση ως μέσο νουθεσίας του παιδιού έχει πολύ περιορισμένη χρήση. Τέλος ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό δηλώνει ότι εφαρμόζει σωματική τιμωρία. Πρέπει να σημειωθεί το ποσοστό αυτό συμφωνεί με το ποσοστό των αρνητικών απαντήσεων στην ερώτηση αν το παιδί πρέπει να μπορεί να εκφράζει τη γνώμη του χωρίς φόβο, κάτι που επιβεβαιώνει την ύπαρξη μιας σημαντικής μειονότητας ερωτώμενων που αναγνωρίζουν στα παιδιά μια υποδεέστερη, κυριαρχούμενη θέση στην οικογένεια.

Πίνακας 5.6: Απαντήσεις στην ερώτηση «Πως αντιμετωπίζετε το παιδί όταν δεν είναι ήσυχο;»

Παρατηρήσεις 72 36%
Απασχόληση με δραστηριότητες/ παιχνίδι 21 10,5%
Σωματική τιμωρία 25 12,5%
Απαγόρευση Η/Υ ίντερνετ 32 16%
Απαγόρευση βόλτας/ φίλου 41 20,5%
Απαγόρευση συμμετοχής σε εκδήλωση 31 15,5%
Συζήτηση 17 8,5%
Άλλο 3 1,5%

 

Στους ακόλουθους πίνακες (5.7-5.9) εξετάζουμε τις προτεραιότητες των ερωτώμενων γονέων για την ανατροφή των παιδιών. Οι ερωτώμενοι δηλώνουν ως πρώτη προτεραιότητα την εκπαίδευση, κάτι που παραπέμπει στη βασική στρατηγική κοινωνικής αναπαραγωγής και κοινωνικής ανόδου μέσω της μόρφωσης η οποία έχει πλατιά διάχυση στην ελληνική κοινωνία. Η προτεραιότητα αυτή μάλιστα είναι ανεξάρτητη της εθνοτικής ομάδας του ερωτώμενου. Τα αμέσως μικρότερα ποσοστά απαντώνται στην ενδυνάμωση κοινωνικών αξιών και την κάλυψη βασικών αναγκών. Το υψηλό ποσοστό των απαντήσεων στην κάλυψη βασικών αναγκών αντανακλά, όπως και οι αντίστοιχες απαντήσεις στην ερώτηση για τα προβλήματα της καθημερινότητας, τις οικονομικές πιέσεις που υφίσταται ο πληθυσμός της έρευνας. Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι στοιχεία της ανατροφής που παραπέμπουν σε ένα «παραδοσιακό» οικογενειακό πρότυπο (καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης, αίσθημα ασφάλειας) περιορίζονται στο ένα τρίτο του δείγματος χωρίς αξιόλογες διακυμάνσεις ανάλογα με την εθνοτική ομάδα. Στην ίδια λογική η καλλιέργεια θρησκευτικής πίστης επιλέχθηκε από μόλις ένα 14,5% (29 άτομα) των ερωτώμενων, αν και στο ζήτημα αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε το σημαντικά υψηλότερο ποσοστό των ερωτώμενων από χώρες πλην της Ελλάδας και της Αλβανίας, κάτι που μάλλον αντανακλά τη μεγαλύτερη ισχύ του θρησκευτικού αισθήματος σε άτομα που προέρχονται από μη-Ευρωπαϊκές χώρες.

 

Πίνακας 5.7: Απαντήσεις στην ερώτηση «Τι θεωρείτε πιο σημαντικό στην ανατροφή των παιδιών;» ανά υπηκοότητα

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο
Εκπαίδευση 51 75,0% 47 75,8% 51 76,1% 152 76%
Αίσθημα ασφάλειας 18 26,5% 22 35,5% 21 31,3% 61 30,5%
Κάλυψη βασικών αναγκών (τροφή, στέγη) 33 48,5% 36 58,1% 24 35,8% 96 48%
Καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης 26 38,2% 16 25,8% 22 32,8% 65 32,5%
Ενδυνάμωση κοινωνικών αξιών (εντιμότητα, ειλικρίνεια, εργατικότητα, φιλία) 37 54,4% 40 64,5% 29 43,3% 106 53%
Καλλιέργεια θρησκευτικής πίστης 5 7,4% 5 8,1% 18 26,9% 29 14,5%
Αυτοπεποίθηση 30 44,1% 17 27,4% 15 22,4% 63 31,5%
Άλλο 0 0% 1 1,6 0 0% 1 0,5%

 

Ο πίνακας 5.8 παρουσιάζει τη συσχέτιση των προτεραιοτήτων στην ανατροφή των παιδιών με το εκπαιδευτικό επίπεδο. Είναι σαφές ότι όσο υψηλότερο είναι το εκπαιδευτικό επίπεδο τόσο αυξάνεται η σημασία που αποδίδεται στην εκπαίδευση (κάτι αναμενόμενο ως στρατηγική κοινωνικής αναπαραγωγής), αλλά και στην αυτοπεποίθηση του παιδιού (κάτι που μάλλον παραπέμπει σε μεσοαστικά πρότυπα καλλιέργειας της «προσωπικότητας»). Αντίθετα, οι θετικές απαντήσεις για παραδοσιακές μέριμνες για την ανατροφή των παιδιών (καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης και θρησκευτικής πίστης) αυξάνονται όσο κατεβαίνουμε στην εκπαιδευτική ιεραρχία. Είναι σημαντικό ότι η σημασία που αποδίδεται στην κάλυψη βασικών αναγκών, στην ενδυνάμωση κοινωνικών αξιών και στο αίσθημα ασφάλειας δεν μεταβάλλεται με το εκπαιδευτικό επίπεδο, κάτι που δείχνει ότι η μέριμνα για αυτά τα ζητήματα έχει λιγότερο ταξική διάσταση (στο βαθμό τουλάχιστον που το εκπαιδευτικό επίπεδο αποτελεί έναν δείκτη κοινωνικής ανισότητας). Τέλος, ο πίνακας 5.9 παρουσιάζει τη συσχέτιση των προτεραιοτήτων στην ανατροφή των παιδιών με την κύρια ασχολία του ερωτώμενου. Το σημαντικότερο που έχουμε να παρατηρήσουμε εδώ είναι τη διαφαινόμενη τάση των ερωτώμενων που ασχολούνται με τα οικιακά να υιοθετούν ένα πιο παραδοσιακό πρότυπο ανατροφής (έμφαση στις οικογενειακές σχέσεις, τη θρησκευτική πίστη και το αίσθημα ασφάλειας).

Πίνακας 5.8: Απαντήσεις στην ερώτηση «Τι θεωρείτε πιο σημαντικό στην ανατροφή των παιδιών;» ανά εκπαιδευτικό επίπεδο

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα
Εκπαίδευση 8 47,1% 62 73,8% 44 83% 38 82,6%
Αίσθημα ασφάλειας 5 29,4% 21 25% 20 37,7% 15 32,6%
Κάλυψη βασικών αναγκών (τροφή, στέγη) 8 47,1% 39 46,4% 27 50,9% 22 47,8%
Καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης 9 52,9% 31 36,9% 13 24,5% 12 26,1%
Ενδυνάμωση κοινωνικών αξιών (εντιμότητα, ειλικρίνεια, εργατικότητα, φιλία) 9 52,9% 42 50% 28 52,8% 27 58,7%
Καλλιέργεια θρησκευτικής πίστης 2 11,8% 19 22,6% 5 9,4% 3 6,5%
Αυτοπεποίθηση 6 35,3% 23 27,4% 15 28,3% 19 41,3%
Άλλο 0 0% 1 1,2% 0 0% 0 0%

Πίνακας 5.9: Απαντήσεις στην ερώτηση «Τι θεωρείτε πιο σημαντικό στην ανατροφή των παιδιών;» ανά κύρια ασχολία

Εργαζόμενοι Άνεργοι Οικιακά
Εκπαίδευση 72 79% 69 76% 8 50%
Αίσθημα ασφάλειας 24 26% 30 34% 7 44%
Κάλυψη βασικών αναγκών (τροφή, στέγη) 49 54% 43 48% 2 12%
Καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης 23 25% 28 31% 11 69%
Ενδυνάμωση κοινωνικών αξιών (εντιμότητα, ειλικρίνεια, εργατικότητα, φιλία) 58 64% 40 45% 8 50%
Καλλιέργεια θρησκευτικής πίστης 10 11% 12 13% 5 31%
Αυτοπεποίθηση 28 30% 25 28% 8 50%
Άλλο 1 1% 0 0% 0 0%

 

Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τις απαντήσεις στο ερώτημα για τις προτεραιότητες της ανατροφής, το οποίο αντανακλά τις πρακτικές επιλογές των γονέων, με το ερώτημα για τα δικαιώματα του παιδιού, το οποίο αντανακλά πρωτίστως το αξιακό σύστημα των γονέων. Η πρώτη παρατήρηση που έχουμε να κάνουμε είναι ότι οι ερωτώμενοι δίνουν με μεγάλη διαφορά έμφαση στα δικαιώματα που σχετίζονται με τις θεμελιώδεις συνθήκες διαβίωσης (βασικά αγαθά, υγεία) και με την κοινωνική ανέλιξη (εκπαίδευση). Αντίθετα, πολύ μικρότερα ποσοστά συναντούμε στα δικαιώματα που αφορούν την προσωπικότητα του παιδιού (έκφραση προσωπικής άποψης και σεβασμός προσωπικότητας). Τα χαμηλότερα ποσοστά στα δικαιώματα που σχετίζονται με την προσωπικότητα θα πρέπει να συνεκτιμηθούν με το σχετικά υψηλό ποσοστό των ερωτώμενων που απαντούν ότι τα παιδιά τους δεν συμμετέχουν ποτέ στις οικογενειακές αποφάσεις.

Στην ερώτηση για τα δικαιώματα του παιδιού εμφανίζονται ενδιαφέρουσες διαφορές ανά εθνοτική ομάδα (πίνακας 5.10). Συνολικά οι ερωτώμενοι Ελληνικής και Αλβανικής υπηκοότητας έχουν υψηλότερα ποσοστά σε όλα τα δικαιώματα από τους υπολοίπους ερωτώμενους, κάτι που δείχνει συγκριτικά μεγαλύτερη εξοικείωση με την έννοια των «δικαιωμάτων του παιδιού». Επίσης, οι Έλληνες και Αλβανοί ερωτώμενοι δίνουν σημαντικά μεγαλύτερη έμφαση στην εκπαίδευση, την έκφραση προσωπικής άποψης και τον σεβασμό προσωπικότητας, κάτι που φανερώνει την μεγαλύτερη αποδοχή από τις δύο αυτές ομάδες του καθιερωμένων ευρωπαϊκών προτύπων στο ζήτημα των δικαιωμάτων των παιδιών. Σε κάθε περίπτωση πάντως πρέπει να τονίσουμε ότι τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στην εκπαίδευση η διαφορά ανάμεσα σε Έλληνες και Αλβανούς και στους υπολοίπους ερωτώμενους εντοπίζεται στο αξιακό επίπεδο, καθώς όπως είδαμε προηγουμένως η εκπαίδευση ως μέριμνα στο πλαίσιο της ανατροφής είναι εξ ίσου αποδεκτή ανεξαρτήτως εθνοτικής ομάδας.

Πίνακας 5.10: Απαντήσεις στην ερώτηση «Ποια θεωρείτε τα πιο σημαντικά δικαιώματα του παιδιού;» ανά υπηκοότητα

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[9]
Βασικά αγαθά 55 80,9% 52 83,9% 50 74,6% 160 80%
Εκπαίδευση 61 89,7% 54 87,1% 47 70,1% 165 82,5%
Έκφραση προσωπικής άποψης 32 47,1% 26 41,9% 13 19,4% 72 36%
Σεβασμός προσωπικότητας 37 54,4% 32 51,6% 28 41,8% 99 49,5%
Υγεία 57 83,8% 46 74,2% 47 70,1% 153 76,5%
Ασφάλεια 41 60,3% 38 61,3% 35 52,2% 116 58%
Άλλο 1 1,5% 1 1,6% 0 0% 2 1%
Κανένα 0% 1 1,6% 0 0% 1 0,5%

 

Πίνακας 5.11: Απαντήσεις στην ερώτηση «Ποια θεωρείτε τα πιο σημαντικά δικαιώματα του παιδιού;» ανά εκπαιδευτικό επίπεδο

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα
Πρόσβαση σε βασικά αγαθά (στέγη/διατροφή) 11 64,7% 67 79,8% 42 79,2% 40 87%
Εκπαίδευση 13 76,5% 62 73,8% 48 90,6% 42 91,3%
Έκφραση προσωπικής άποψης 3 17,6% 26 31,0% 17 32,1% 26 56,5%
Σεβασμό στη προσωπικότητα του 7 41,2% 33 39,3% 27 50,9% 32 69,6%
Υγεία 12 70,6% 66 78,6% 37 69,8% 38 82,6%
Ασφάλεια 10 58,8% 48 57,1% 30 56,6% 28 60,9%
Άλλο 0 0% 1 1,2% 1 1,9% 0 0%
Κανένα 0 0% 0 0% 1 1,9% 0 0%

 

Οι απαντήσεις στην ερώτηση «Κατά τη γνώμη σας, τι πρέπει να κάνει η κοινωνία για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού;» (πίνακας 5.12) δείχνουν ότι οι ερωτώμενοι τάσσονται υπέρ των διαφόρων μορφών θεσμικής υποστήριξης και ρύθμισης και λιγότερο υπέρ της αστυνόμευσης.

 

Πίνακας 5.12: Απαντήσεις στην ερώτηση «Κατά τη γνώμη σας, τι πρέπει να κάνει η κοινωνία για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού;»

Ανάπτυξη κοινωνικών υπηρεσιών 143 71,5%
Αστυνόμευση 73 36,5%
Συμβουλευτική υποστήριξη γονέων 115 57,5%
Νομοθετικές ρυθμίσεις 124 62%
Ενημέρωση παιδιών για δικαιώματα 122 61%
Ευκαιρίες εξωσχολικής διαπαιδάγωγησης 127 63,5%
Άλλο 8 4%

 

Κλείνουμε αυτό το κεφάλαιο με τα ζητήματα που προκαλούν ανησυχία στους γονείς αναφορικά με το μέλλον των παιδιών τους. Στις απαντήσεις στη σχετική ερώτηση (πίνακας 5.13) αντανακλώνται στοιχεία που έχουμε ήδη συναντήσει: τους ερωτώμενους απασχολούν πρωτίστως οι πιέσεις από τις υλικές συνθήκες (ανεργία, κάλυψη βιοτικών αναγκών, απώλεια εργασίας), εν συνεχεία τα μέσα ανέλιξης του παιδιού (εκπαίδευση), η ασφάλεια και τα ναρκωτικά. Ζητήματα διακρίσεων συγκεντρώνουν ένα μάλλον απρόσμενα χαμηλό ποσοστό, όπως και απειλή εκδίωξης από την χώρα.

 

Πίνακας 5.13: Απαντήσεις στην ερώτηση «Τι σας ανησυχεί περισσότερο στο μέλλον του παιδιού σας;»

Απώλεια εργασίας 62 31%
Ανεργία 121 60,5%
Εγκληματικότητα 65 32,5%
Ναρκωτικά 74 37%
Ρατσισμός 22 11%
Υγεία 112 56%
Αβεβαιότητα κάλυψης βιοτικών αναγκών 94 47%
Εκπαίδευση 79 39,5%
Εκδίωξη από τη χώρα 11 5,5%
Άλλο 4 2%

 

6. Κοινωνικές και πολιτισμικές πρακτικές

Στον πίνακα που ακολουθεί (6.1) βλέπουμε τις δραστηριότητες στις οποίες δήλωσαν τα παιδιά ότι συμμετέχουν. Οι δραστηριότητες που συγκεντρώνουν τις περισσότερες θετικές απαντήσεις είναι η χρήση δημόσιων χώρων (πάρκα, πλατείες, παιδικές χαρές), η συνεύρεση με φίλους σε πάρτυ και οι ξένες γλώσσες. Ακολουθούν οι αθλητικές δραστηριότητες και οι υπολογιστές. Στη συνέχεια βρίσκουμε ορισμένες πολιτιστικές δραστηριότητες (καλλιτεχνικά, μουσείο, θέατρο, κινηματογράφος, βιβλιοθήκη). Τα μικρότερα ποσοστά συγκεντρώνουν ο χορός, η μουσική, το σκάκι και η κατασκήνωση. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια, οι δραστηριότητες των παιδιών ακολουθούν ένα πρότυπο το οποίο δίνει πρώτα από όλα έμφαση στην εκπαίδευση και τις κοινωνικότητες (κάτι που συμφωνεί με τις απαντήσεις των γονέων στις προτεραιότητες της ανατροφής), στον αθλητισμό και στις πλέον νομιμοποιημένες από το σχολείο πολιτιστικές δραστηριότητες.

Πίνακας 6.1: Δραστηριότητες στις οποίες συμμετέχουν τα παιδιά, απαντήσεις παιδιών

Ξένες γλώσσες 122 61%
Αθλητισμός (γήπεδο, γυμναστήριο, κολυμβητήριο) 100 50%
Χορός 38 19%
Μουσική 39 19,5%
Υπολογιστές/Διαδίκτυο/Internet café 78 39%
Σκάκι 29 14,5%
Κινηματογράφος 73 36,5%
Μουσείο 57 28,5%
Θέατρο 62 31%
Βιβλιοθήκη 48 24%
Ζωγραφική/Καλλιτεχνικά 75 37,5%
Πάρκο/Πλατεία/Παιδική χαρά 148 74%
Κατασκήνωση/πρόσκοποι 39 19,5%
Πάρτι με φίλους 142 71%

 

Η χρήση υπολογιστή και του διαδικτύου παρουσιάζει καθολική διείσδυση στα παιδιά. Σε ποσοστό 96,5% (193 παιδιά) δηλώνουν ότι κάνουν χρήση του διαδικτύου. Δαπανούν κατά μέσο όρο 14,1 ώρες τη βδομάδα στο διαδίκτυο, αν και οι μέσοι όροι διαφέρουν αρκετά ανά εθνοτική ομάδα: τα παιδιά ελληνικής υπηκοότητας δαπανούν 8,1 ώρα, τα παιδιά αλβανικής υπηκοότητας δαπανούν 4,9 ώρες και τα παιδιά με υπηκοότητα άλλων χωρών δαπανούν 10,9 ώρες. Στην πλειονότητά τους τα παιδιά χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διασκέδαση (παιχνίδια, ταινίες, μουσική) και, τέλος, ως βοήθημα για τις σχολικές τους υποχρεώσεις (πίνακας 6.2).

Πίνακας 6.2: Τι ψάχνουν τα παιδιά στο Ίντερνετ, απαντήσεις παιδιών ( Ν=193)

Facebook 117 60,6%
Live TV 56 29,0%
Chat-συζήτηση-γνωριμίες 52 26,9%
Παιχνίδια 171 88,6%
Ενημέρωση 47 24,4%
Ταινίες 140 72,5%
Μουσική 154 79,8%
Κάτι άλλο που δεν επιτρέπεται 21 10,9%
Έρευνα για μαθήματα 77 39,9%
Άλλο (προσδιορίστε)……………………. 10 5,2%

 

Ο τρόπος με τον οποίο αξιολογούν οι γονείς τις παιδικές δραστηριότητες συμβαδίζει με τις πραγματικές προτιμήσεις των παιδιών. Στον πίνακα 6.3 βλέπουμε ότι οι γονείς αξιολογούν ως σημαντικότερες δραστηριότητες το διάβασμα και τους υπολογιστές. Η σημασία που αποδίδουν στο διάβασμα συνάδει με τη γενικότερη έμφαση στην εκπαίδευση την οποία διαπιστώσαμε και προηγουμένως. Η αποτίμηση της σημασίας που αποδίδεται στους υπολογιστές πρέπει να λάβει υπόψη το ταυτόχρονα πολύ χαμηλό ποσοστό των γονέων που θεωρούν σημαντικά τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Αυτό δείχνει ότι οι γονείς θεωρούν σημαντική την ενασχόληση με τους υπολογιστές μάλλον ως τρόπο απόκτησης δεξιότητας με ένα τεχνολογικό μέσο που έχει γίνει απαραίτητο στη σύγχρονη κοινωνία, παρά ως μέσο ψυχαγωγίας. Στη συνέχεια, οι γονείς δηλώνουν ότι θεωρούν σημαντικές τις αθλητικές και κοινωνικές δραστηριότητες των παιδιών (κάτι που επίσης συμφωνεί με την έμφαση στις κοινωνικές αξίες στην ερώτηση για την ανατροφή των παιδιών). Ακολουθούν οι πολιτιστικές δραστηριότητες τις οποίες νομιμοποιεί περισσότερο το σχολείο μέσα από την ύλη και τις δραστηριότητές του (μουσείο, θέατρο), σε αντίθεση με τις υπόλοιπες πολιτιστικές δραστηριότητες οι οποίες θεωρούνται πολύ λιγότερο σημαντικές (χορός, κινηματογράφος).

Πίνακας 6.3: Απαντήσεις στο ερώτημα «Σε ποιο βαθμό θεωρείτε εσείς ότι οι δραστηριότητες αυτές είναι σημαντικές;»

Πολύ Λίγο Καθόλου
Διάβασμα (κειμένων, βιβλίων) 194

97%5

2,5%1

0,5%Κατασκευές7236%12060%84%Αθλητικές13567,5%6030%52,5%Ζωγραφική/καλλιτεχνικά7437%12060%52,5%Μουσείο9145,5%9648%126%Θέατρο9346,5%9648%105%Μουσική/χορωδία5427%13668%105%Σκάκι5125,5%12462%2512,5%Χορός5025%13266%189%Κινηματογράφος4221%13567,5%2311,5%Ηλεκτρονικοί υπολογιστές/tablets/internet44

97%128

2,5%28

0,5%Ηλεκτρονικά παιχνίδια1936%7660%1054%Παιδότοπος4467,5%11930%372,5%Κατασκήνωση/πρόσκοποι7837%8360%392,5%Πάρκο/πλατεία/παιδική χαρά13245,5%5448%146%Πάρτι με φίλους10846,56748255

 

Ο πίνακας που ακολουθεί (6.4) συσχετίζει το εκπαιδευτικό επίπεδο με τις δραστηριότητες που θεωρούν οι ερωτώμενοι γονείς πολύ σημαντικές. Η σημαντική παρατήρηση είναι ότι η πολύ μεγάλη σημασία που αποδίδουν οι ερωτώμενοι στο διάβασμα είναι ανεξάρτητη από το εκπαιδευτικό επίπεδο. Το ίδιο συμβαίνει με τον βαθμό στον οποίο θεωρούνται σημαντικές οι κοινωνικότητες και η χρήση των δημόσιων χώρων. Αντίθετα, η επιρροή του εκπαιδευτικού επιπέδου εμφανίζεται στις σχολικά «νομιμοποιημένες» πολιτιστικές δραστηριότητες (μουσείο, θέατρο), τις αθλητικές δραστηριότητες και στην κατασκήνωση τις οποίες θεωρούν σημαντικότερες οι ερωτώμενοι ανώτερου εκπαιδευτικού επιπέδου. Αυτός ο συνδυασμός δραστηριοτήτων παραπέμπει σε ένα μεσοαστικό πρότυπο «ολοκληρωμένης» ανάπτυξης του παιδιού που συνδυάζει τον πολιτισμό, με τον αθλητισμό και τις πειθαρχημένες κοινωνικές δραστηριότητες[10].

Πίνακας 6.4: Απαντήσεις στο ερώτημα «Σε ποιο βαθμό θεωρείτε εσείς ότι οι δραστηριότητες αυτές είναι πολύ σημαντικές;» ανά εκπαιδευτικό επίπεδο

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα
Διάβασμα (κειμένων, βιβλίων) 16 94,1% 81 96,4% 52 98,1% 45 97,8%
Κατασκευές 6 35,3% 27 32,1% 17 32,1% 22 47,8%
Αθλητικές 5 29,4% 56 66,7% 38 71,7% 36 78,3%
Ζωγραφική/καλλιτεχνικά 6 35,3% 30 35,7% 12 22,6% 26 56,5%
Μουσείο 4 23,5% 33 39,3% 24 45,3% 30 65,2%
Θέατρο 2 11,8% 35 41,7% 25 47,2% 31 67,4%
Μουσική/χορωδία 4 23,5% 20 23,8% 14 26,4% 15 32,6%
Σκάκι 2 11,8% 12 14,5% 15 28,3% 20 43,5%
Χορός 6 35,3% 19 22,6% 14 26,4% 11 23,9%
Κινηματογράφος 5 29,4% 17 20,2% 9 17,0% 10 21,7%
Ηλεκτρονικοί υπολογιστές/tablets/internet 7 41,2% 19 22,6% 9 17,0% 8 17,4%
Ηλεκτρονικά παιχνίδια 3 17,6% 8 9,5% 5 9,4% 2 4,3%
Παιδότοπος 6 35,3% 20 23,8% 11 20,8% 6 13%
Κατασκήνωση/πρόσκοποι 4 23,5% 26 31% 26 49,1% 21 45,7%
Πάρκο/πλατεία/παιδική χαρά 13 76,5% 50 59,5% 37 69,8% 31 67,4%
Πάρτι με φίλους 11 64,7% 39 46,4% 28 52,8% 30 65,2%

 

Οι απαντήσεις των ερωτώμενων γονέων στην ερώτηση «Πως βοηθά το παιδί η συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες;» φανερώνουν την υπεροχή της εκπαίδευσης και της κοινωνικοποίησης στον τρόπο διαπαιδαγώγησης (πίνακας 6.5). Στην πλειονότητά τους οι ερωτώμενοι βλέπουν τις πολιτιστικές δραστηριότητες ως πηγή γνώσεων και καλλιέργειας της ικανότητας του παιδιού να συμβιώνει με άλλους ανθρώπους, παρά ως μέσο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας.

 

Πίνακας 6.5: Απαντήσεις στο ερώτημα «Πως βοηθά το παιδί η συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες;»

γνωρίζει νέα πράγματα 146 73%
παίρνει πρωτοβουλίες 96 48%
μαθαίνει να συνεργάζεται 144 72%
καλλιεργεί τις δεξιότητες του 122 61%
ψυχαγωγείται/διασκεδάζει 112 56%

7. Θεσμικό περιβάλλον

Ο πληθυσμός της έρευνας χαρακτηρίζεται από μια αρκετά μεγάλη εξάρτηση από τη βοήθεια κρατικών και μη-κρατικών θεσμών (πίνακας 7.1). Το 78,5% των ερωτώμενων (157 άτομα) δήλωσε ότι έλαβε κάποια βοήθεια τους τελευταίους δώδεκα μήνες από φορείς του δημοσίου ή της κοινωνίας πολιτών. Οι περισσότεροι ερωτώμενοι έλαβαν επίδομα ανεργίας, ενώ η δεύτερη κατά σειρά κατηγορία φορέων από την οποία έλαβαν βοήθεια ήταν οι μη-κυβερνητικές οργανώσεις. Ακολουθεί το σχολείο και με αρκετή διαφορά ο Δήμος και η Εκκλησία. Συνεπώς εκτός από το ταμείο ανεργίας, οι θεσμοί οι οποίοι δείχνουν να βρίσκονται πιο κοντά στον πληθυσμό της έρευνας είναι το σχολείο (κάτι που επιβεβαιώνεται και στη συνέχεια σε άλλες ερωτήσεις) και οι μη-κυβερνητικές οργανώσεις[11].

Πίνακας 7.1: Το νοικοκυριό ή κάποιο μέλος του έλαβε βοήθεια κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες από (Ν=200)

Το κράτος (ταμείο ανεργίας, επιδόματα) 92 46%
Το Δήμο (π.χ. κοινωνικό παντοπωλείο, κοινωνικό φαρμακείο) 30 15%
Την Εκκλησία 23 11,5%
Το σχολείο των παιδιών σας 49 24,5%
Μη-κυβερνητικές οργανώσεις 73 36,5%
Δεν λαμβάνει καμία βοήθεια 43 21,5%

Στους ακόλουθους πίνακες βλέπουμε ότι η εξάρτηση από μορφές θεσμικής βοήθειας μεταβάλλεται ανάλογα με την εθνοτική ομάδα και το εκπαιδευτικό επίπεδο (πίνακες 7.2 και 7.3). Έτσι, οι ελληνικής υπηκοότητας και, ειδικά, οι ανώτερης εκπαίδευσης ερωτώμενοι δεν λαμβάνουν καμία βοήθεια σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τους υπολοίπους. Είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό ότι οι αλλοδαποί πλην των Αλβανών λαμβάνουν επιδόματα ανεργίας σε σημαντικά μικρότερο βαθμό από ό,τι οι άλλες δύο εθνοτικές ομάδες (ενώ έχουν το ίδιο ποσοστό ανεργίας με τους Έλληνες). Αντίθετα, οι αλλοδαποί πλην Αλβανών και οι κατώτερου εκπαιδευτικού επιπέδου ερωτώμενοι λαμβάνουν συγκριτικά πολύ περισσότερη βοήθεια από φορείς της κοινωνίας πολιτών, την Εκκλησία και, κυρίως, τις μη-κυβερνητικές οργανώσεις, κάτι που δείχνει τον de facto καταμερισμό εργασίας στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών μεταξύ των διαφορετικών φορέων.

Πίνακας 7.2: Βοήθεια από φορείς κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες ανά υπηκοότητα

Ελληνική Αλβανική Άλλες χώρες
Το κράτος (ταμείο ανεργίας, επιδόματα) 32 47,1% 39 62,9% 21

31,3%Το Δήμο (π.χ. κοινωνικό παντοπωλείο, κοινωνικό φαρμακείο)68,8%1321,0%11

16,4%Την Εκκλησία57,4%11,6%1725,4%Το σχολείο των παιδιών σας1319,1%1321,0%2334,3%Μη-κυβερνητικές οργανώσεις1420,6%1422,6%4567,2%Δεν λαμβάνει καμία βοήθεια2333,8%1016,1%1014,9%

 

 

Πίνακας 7.3: Βοήθεια από φορείς κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες ανά εκπαιδευτικό επίπεδο

Αναλφ/τος – Δημ/κό Μερ. Μέση Εκπ/ση – Πλήρης Μέση Εκπ/ση Μεταλυκειακή μη Πανεπ. Εκπ/ση – Πτυχίο ΑΤΕΙ Πτυχίο ΑΕΙ – Μεταπ/κό Δίπλωμα
Το κράτος (ταμείο ανεργίας, επιδόματα) 7 41,2% 46 54,8% 22 41,5% 16 34,8%
Τον Δήμο (π.χ. κοινωνικό παντοπωλείο, κοινωνικό φαρμακείο) 4 23,5% 15 17,9% 7 13,2% 4 8,7%
Την Εκκλησία 2 11,8% 14 16,7% 4 7,5% 3 6,5%
Το σχολείο των παιδιών σας 5 29,4% 27 32,1% 12 22,6% 5 10,9%
Μη-κυβερνητικές οργανώσεις 12 70,6% 40 47,6% 13 24,5% 8 17,4%
Δεν λαμβάνει καμία βοήθεια 1 5,9% 9 10,7% 10 18,9% 23 50%
Σύνολο 17 100% 84 100% 53 100% 46 100%

Στον ακόλουθο πίνακα (7.4) βλέπουμε ότι η βοήθεια που ζητήθηκε αφορά είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, φάρμακα) και χρήματα (επιδόματα). Αντίθετα, ζητήθηκαν σε πολύ μικρότερο βαθμό διάφορες υπηρεσίες και εργασία. Αυτό μας δείχνει ότι η θεσμική βοήθεια που λαμβάνει ο πληθυσμός της έρευνας αφορά στο στοιχειώδες επίπεδο της επιβίωσης, ενώ κρίσιμοι τομείς όπως η καταπολέμηση της ανεργίας και η κοινωνικο-ψυχολογική υποστήριξη έρχονται σε δεύτερη μοίρα[12].

Πίνακας 7.4: Είδος βοήθειας που ζητήθηκε (Ν=157)

Χρήματα 92 58,6%
Εργασία 4 2,5%
Τρόφιμα 89 56,7%
Φάρμακα 26 16,6%
Δικηγόρος 9 5,7%
Ψυχολόγος 9 5,7%
Κοινωνικός Λειτουργός 8 5,1%
Άλλο 1 0,6%

Η εξάρτηση του πληθυσμού της έρευνας από την βοήθεια που τους παρέχεται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, φαίνεται χαρακτηριστικά στον χρόνο που ξοδεύουν οι ερωτώμενοι για να ενημερώνονται για κοινωνικές υπηρεσίες και προγράμματα (πίνακας 7.5). Το 40,5% των ερωτώμενων (71 άτομα) δηλώνει ότι δαπανά κάποιες ώρες σε ημερήσια ή εβδομαδιαία βάση. Είναι επίσης σημαντικό ότι ενώ το 21,5% των ερωτώμενων δήλωσε ότι δεν λαμβάνει καμία βοήθεια, μόνο 13,5% των ερωτώμενων δηλώνει ότι δεν τους απασχολεί να ενημερωθούν για υπηρεσίες και προγράμματα. Συνεπώς, το 8% των ερωτώμενων δεν λαμβάνει κάποια βοήθεια, αλλά προσπαθεί να αποκτήσει πρόσβαση σε κάποια μορφή θεσμικής βοήθειας μέσα από την ενημέρωση. Αντιστοίχως, το 21,2% των ερωτώμενων που δήλωσαν άνεργοι, δήλωσαν επίσης ότι δεν διαθέτουν κάρτα ανεργίας και οι μισοί από τους ερωτώμενους που δήλωσαν ανάπηροι (στο σύνολο 12 άτομα) δήλωσαν ότι δεν διαθέτουν πιστοποιητικό αναπηρίας.

Πίνακας 7.5: Χρόνος που ξοδεύουν οι ερωτώμενοι για να ενημερώνονται για υπηρεσίες και προγράμματα

Δεν με απασχολεί 27 13,5%
Κάποιες ώρες τη μέρα 29 14,5%
Κάποιες ώρες την εβδομάδα 52 26%
Κάποιες ώρες το μήνα 27 13,5%
Κάποιες ώρες το χρόνο 65 32,5%
Σύνολο 200 100%

Η εξάρτηση από τη βοήθεια δημόσιων και ιδιωτικών φορέων συνδυάζεται με πολύ χαμηλή συμμετοχή σε οργανώσεις και συλλογικότητες, ακόμη και στους συλλόγους γονέων (βλ. πίνακα 7.6). Εμφανίζεται έτσι ένα προφίλ παθητικής σχέσης με το θεσμικό περιβάλλον και περιορισμένης ανάληψης πρωτοβουλιών από τα κάτω.

Πίνακας 7.6: Συμμετοχή ως μέλη σε δραστηριότητες και οργανώσεις

Σύλλογοι με βάση τη καταγωγή 17 8,5%
Πρωτοβουλίες/κινήσεις γειτονιάς 12 6%
Μη-κυβερνητικές οργανώσεις 13 6,5%
Πολιτιστικοί σύλλογοι 8 4%
Αθλητικοί σύλλογοι 5 2,5%
Πολιτική οργάνωση 4 2%
Συνδικάτο 5 2,5%
Σύλλογος Γονέων 34 17%
Εκκλησία 14 7%

 

Όπως είδαμε, το σχολείο παίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην υποστήριξη του πληθυσμού της έρευνας. Μια σειρά ερωτήσεις επιβεβαιώνουν την καλή σχέση των ερωτώμενων γονέων και παιδιών με τον σχολικό θεσμό. Οι ερωτώμενοι γονείς δηλώνουν σε ποσοστό 70% (140 άτομα) πολύ ικανοποιημένοι από τους εκπαιδευτικούς ως προς τη συμπεριφορά τους απέναντι στο παιδί τους, ενώ μόνο ένα 10% (20 άτομα) των ερωτώμενων δηλώνει καθόλου ικανοποιημένο. Από τους ερωτώμενους γονείς το 87% (174 άτομα) δηλώνει πηγαίνει στις συναντήσεις εκπαιδευτικών-γονέων[13]. Τα παιδιά αντιστοίχως δηλώνουν πολύ ικανοποιημένα από τη συμπεριφορά των εκπαιδευτικών απέναντί τους σε ποσοστό 64% (128 παιδιά) και καθόλου ικανοποιημένα σε ποσοστό μόλις 4% (8 άτομα). Θα πρέπει πάντως να σημειώσουμε ότι τα ποσοστά ικανοποίησης των παιδιών από τους εκπαιδευτικούς παρουσιάζουν κάποια μεταβολή ανάλογα με την υπηκοότητα, με τα αλλοδαπά παιδιά πλην των Αλβανών να δηλώνουν πολύ ικανοποιημένα σε χαμηλότερα ποσοστά από τις δύο μεγάλες εθνοτικές ομάδες (πίνακας 7.7). Μια ακόμη ένδειξη της καλής σχέσης με τους εκπαιδευτικούς είναι ότι το χαμηλό ποσοστό (6,5%, 13 παιδιά) των παιδιών δηλώνει ότι γίνεται θύμα διακρίσεων από τον δάσκαλο ή τον καθηγητή του[14].

 

Πίνακας 7.7: Ικανοποίηση από τη συμπεριφορά των εκπαιδευτικών ανά υπηκοότητα, απαντήσεις παιδιών

Ελληνική Αλβανική Άλλη Σύνολο[15]
Πολύ 20 71,4% 40 74,1% 54 58,7% 128 64,0%
Λίγο 6 21,4% 14 25,9% 34 37,0% 64 32,0%
Καθόλου 2 7,1% 0,0% 4 4,3% 8 4,0%
Σύνολο 28 100,0% 54 100,0% 92 100,0% 200 100,0%

8. Συμπεράσματα

Στις σελίδες που ακολουθούν συνοψίζουμε τα βασικά ευρήματα της έρευνας, επιχειρώντας ταυτόχρονα να προσδιορίσουμε τα πεδία στα οποία μπορούν να βελτιώσουν ή να αναπτύξουν τις παρεμβάσεις τους οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς που δραστηριοποιούνται στις περιοχές μελέτης.

Ο πληθυσμός που πήρε μέρος στην έρευνα χαρακτηρίζεται από πολιτισμική και εθνοτική ποικιλομορφία. Οι Έλληνες αποτελούν μόνο το 1/3 του δείγματος, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός αποτελείται από αλλοδαπούς. Στους τελευταίους περιλαμβάνονται οι Αλβανοί, οι οποίοι αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα, καθώς και άνθρωποι που προέρχονται από ένα εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας. Χαρακτηριστικό της πολιτισμικής δυναμικής του πληθυσμού αυτού είναι ο μέσος όρος των τριών γλωσσών που μιλούν τα παιδιά (οι οποίες αντιστοιχούν, σε γενικές γραμμές, στη γλώσσα της χώρας καταγωγής, την ελληνική και μια διεθνή γλώσσα). Η ποικιλομορφία αυτή συνιστά έναν πολύτιμο πολιτισμικό πόρο, ο οποίος έχει ως τώρα υποτιμηθεί υπό το βάρος των αρνητικών στερεοτύπων για τη συγκέντρωση αλλοδαπών στο κέντρο της πόλης. Οποιαδήποτε πολιτισμική παρέμβαση στην περιοχή πρέπει να λάβει υπόψη την ποικιλομορφία της, αναζητώντας τις πραγματικές και δυνητικές γέφυρες που υφίστανται μεταξύ των διαφόρων ομάδων (για παράδειγμα, το μεγαλύτερο μέρος των αλλοδαπών παιδιών έχει γεννηθεί στην Ελλάδα κάτι που δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς των οικογενειών τους με την χώρα).

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του υπό έρευνα πληθυσμού είναι ότι αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες σε βαθμό υψηλότερο από ό,τι άλλοι πληθυσμοί στην Ελλάδα. Η ανεργία κινείται περίπου 15% άνω του εθνικού μέσου όρου, σε μια εποχή που και ο τελευταίος κινείται σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι πρόκειται κυρίως για υπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα και εργάτες οι οποίοι, όπως γνωρίζουμε από άλλες έρευνες, είναι οι κατηγορίες απασχολουμένων που επλήγησαν από την ανεργία περισσότερο από τις άλλες (Εμμανουήλ 2014). Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες αντανακλώνται ευθέως στις προτεραιότητες των ίδιων των ερωτώμενων. Αυτό που πρωτίστως τους απασχολεί είναι η εύρεση εργασίας και η εξασφάλιση των βασικών αγαθών και υπηρεσιών για τους ίδιους και, ειδικά, για τα παιδιά. Επιπλέον, η εργασία συνδέεται στην περίπτωση των αλλοδαπών με την απόκτηση και διατήρηση άδειας παραμονής, συνεπώς η ανεργία συνεπάγεται κινδύνους για το ίδιο το καθεστώς διαμονής τους στη χώρα.

Ένα τρίτο σημείο στο οποίο αξίζει να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση είναι η θέση των διακρίσεων στην ιεραρχία των προβλημάτων των αλλοδαπών. Ενώ οι αλλοδαποί ενήλικες (πλην Αλβανών) δηλώνουν ότι ανήκουν σε εθνοτική ομάδα που υφίσταται διακρίσεις στη χώρα, από τις απαντήσεις των αλλοδαπών παιδιών δεν προκύπτει ότι οι διακρίσεις είναι ένα πρόβλημα που υφίσταται εντός των σχολείων. Αυτό μας δείχνει ότι το σχολείο στις υπό έρευνα περιοχές έχει μάλλον καταφέρει να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα αυτά. Οι απαντήσεις των αλλοδαπών παιδιών όμως είναι και μια ένδειξη ότι οι διακρίσεις, ο ρατσισμός και οι εντάσεις μεταξύ εθνοτικών ομάδων δεν είναι κάτι που χαρακτηρίζει τις πολυπολιτισμικές γειτονιές[16]. Όπως γνωρίζουμε και από άλλες έρευνες (Βαϊου κ.α. 2007, Ahmadi D. and Tasan-Kok 2015, Beckman κ.α. 2015, Wessendorf 2013) οι πολυπολιτισμικές γειτονιές τείνουν να αποτελούν χώρους ανοχής – αν και πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτό δεν συνεπάγεται και μείξη των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων οι οποίες τείνουν να διάγουν βίους παράλληλους. Από την άλλη, ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι το ζήτημα των διακρίσεων στο σχολείο είναι ανύπαρκτο. Αν και, με βάση τα στοιχεία της έρευνας, σαφώς δεν συνιστά ένα γενικό χαρακτηριστικό της σχολικής ζωής στις υπό έρευνα περιοχές, υπάρχει μια μειονότητα παιδιών που δηλώνουν ότι υφίσταται διακρίσεις για λόγους γλώσσας. Έχει υποστηριχθεί ότι τέτοιες διακρίσεις σε βάρος μικρών ομάδων στο σχολείο μπορούν να πάρουν ιδιαίτερη ένταση (Ηλιού κ.α. 2012), κάτι που σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη στοχευμένης μέριμνας. Παρ’ όλα αυτά είναι ενθαρρυντικό για τη κοινωνική συμβίωση και τις συνθήκες ένταξης το γεγονός ότι η παιδική ηλικία σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον δεν χαρακτηρίζεται από τις διακρίσεις με βάση την εθνική προέλευση. Η διαπίστωση αυτή, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης, είναι ελπιδοφόρα για τους κοινωνικούς φορείς που προβληματίζονται για τις αντοχές της πολυπολιτισμικότητας και αναπτύσσουν τις σχετικές δημόσιες πολιτικές.

Η μελέτη των προτύπων ανατροφής δείχνει ότι οι διαφορετικές εθνοτικές ομάδες της περιοχής συγκλίνουν σε ένα μάλλον μεσοαστικό δυτικό/ελληνικό πρότυπο το οποίο δίνει έμφαση στην εκπαίδευση, την κοινωνικότητα και τις πολιτιστικές δραστηριότητες που ανήκουν στον σχολικό κανόνα (ζωγραφική, θέατρο)[17]. Η ικανοποίηση των βασικών αναγκών τονίζεται επίσης από τους ερωτώμενους ως μείζων προτεραιότητα στην ανατροφή των παιδιών. Ταυτόχρονα, οι ερωτώμενοι γονείς συγκλίνουν στη σχετική υποτίμηση στοιχείων ανατροφής που σχετίζονται με παραδοσιακές αξίες (καλλιέργεια οικογενειακής σχέσης, ασφάλεια) αλλά και με την ανάπτυξη της προσωπικότητας (αυτοπεποίθηση, έκφραση γνώμης). Η σχετική υποτίμηση των αξιών που σχετίζονται με την ανάπτυξη της προσωπικότητας φαίνεται να συνδέεται με μια εργαλειακή αντίληψη για την εκπαίδευση, τον πολιτισμό και τις τεχνολογίες, τις οποίες οι γονείς τείνουν να αντιλαμβάνονται περισσότερο ως πηγές απόκτησης δεξιοτήτων παρά ως μέσα προσωπικής καλλιέργειας των παιδιών. Συνολικά, οι αντιλήψεις για την ανατροφή και τα δικαιώματα των παιδιών ποικίλουν περισσότερο ανάλογα με το εκπαιδευτικό επίπεδο παρά με το εθνοτικό και πολιτισμικό υπόβαθρο των ερωτώμενων.

Στο πρακτικό επίπεδο των ενδοοικογενειακών σχέσεων διαφαίνονται δύο ζητήματα τα οποία αξίζουν την προσοχή των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Πρώτον, με τρόπο ανάλογο με τις διακρίσεις στο σχολείο, υφίσταται μια μειονότητα παιδιών στα οποία ρητά, αναγνωρίζουν οι γονείς τους, μια υποδεέστερη θέση εντός της οικογένειας, με τον αποκλεισμό τους από τη λήψη αποφάσεων και την επιβολή σωματικών τιμωριών. Δεύτερον, από τις ερωτήσεις σχετικά με το πως περνούν το χρόνο τους οι γονείς με τα παιδιά και με τη βοήθεια που χρειάζονται τα παιδιά από τους γονείς τους για τις σχολικές τους υποχρεώσεις προκύπτει η εικόνα ότι υπάρχει περιθώριο ενθάρρυνσης των γονέων για περισσότερη συνεργασία με τα παιδιά. Τα ίδια τα παιδιά δηλώνουν σε ένα σημαντικό ποσοστό ότι έχουν λιγότερη βοήθεια από τους γονείς τους από ό,τι θα ήθελαν καθώς οι γονείς δεν έχουν τις απαραίτητες γνώσεις για να υποστηρίξουν το διάβασμα των παιδιών στο σπίτι. Για παράδειγμα, η ελληνική γλώσσα αποτελεί ένα εμπόδιο για αλλοδαπούς γονείς που δεν την χειρίζονται σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο και έτσι τα παιδιά είτε διαβάζουν μόνα τους είτε στρέφονται σε άλλες βοήθειες. Μια σημαντική κατηγορία στην οποία θα μπορούσαν να στοχεύσουν σχετικές δράσεις ενθάρρυνσης της ενδοοικογενειακής συνεργασίας συνιστούν οι άνεργοι οι οποίοι έχουν την τάση να συνεργάζονται με τα παιδιά τους λιγότερο από ό, τι οι εργαζόμενοι.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τέλος, παρουσιάζει η σχέση του υπό έρευνα πληθυσμού με το θεσμικό του περιβάλλον. Η πρώτη σημαντική παρατήρηση σχετικά με το ζήτημα αυτό είναι ότι προκύπτει η εικόνα ενός πληθυσμού ο οποίος εξαρτάται από τη βοήθεια που του παρέχουν δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς. Οι ερωτώμενοι λαμβάνουν βοήθεια από φορείς για την κάλυψη των αναγκών τους και δαπανούν αρκετές ώρες για την αναζήτηση των σχετικών υπηρεσιών και προγραμμάτων. Η δεύτερη παρατήρηση αφορά στο περιεχόμενο αυτής της βοήθειας, η οποία προσανατολίζεται στην κάλυψη άμεσων και βασικών αναγκών (τροφή, ένδυση) και όχι στη βελτίωση της κοινωνικο-οικονομικής θέσης των επωφελούμενων (μέσω της εύρεσης εργασίας ή της βελτίωσης των δεξιοτήτων). Φυσικά, όση θεσμική βοήθεια και να παρασχεθεί για τη βελτίωση της κοινωνικο-οικονομικής θέσης των ατόμων, καθοριστικό ρόλο παίζει η ύπαρξη αρκετών ευκαιριών από τις γενικότερες οικονομικές δομές, πρωτίστως από την αγορά εργασίας. Ωστόσο, το περιεχόμενο της θεσμικής βοήθειας που λαμβάνει ο υπό έρευνα πληθυσμός είναι χαρακτηριστικό του προσανατολισμού που έχει πάρει το προνοιακό πλαίσιο γενικότερα μέσα στην κρίση επικεντρώνοντας στη στήριξη των πιο ευάλωτων ομάδων για την κάλυψη των βασικότερων αναγκών επιβίωσης. Τρίτη παρατήρηση αφορά στην ύπαρξη ενός ad hoc καταμερισμού εργασίας ανάμεσα στους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Οι Έλληνες και οι Αλβανοί έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στους δημόσιους φορείς και υπηρεσίες, ενώ οι αλλοδαποί πλην Αλβανών στην ΜΚΟ και την Εκκλησία. Η διαφοροποίηση αυτή δεν αντανακλά διαφορετικές ανάγκες (για παράδειγμα, τα ποσοστά ανεργίας είναι παρόμοια στις διαφορετικές εθνοτικές ομάδες, αλλά η πρόσβαση σε επιδόματα ανεργίας διαφέρει σημαντικά). Πρόκειται προφανώς για το αποτέλεσμα των προβλημάτων νόμιμης διαμονής στη χώρα που αντιμετωπίζουν πολλές κατηγορίες αλλοδαπών (λιγότερο οι Αλβανοί που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα). Είναι όμως πιθανώς και θέμα αντιλήψεων, καθώς από τις απαντήσεις των Ελλήνων φαίνεται ότι επίσης έχουν ισχυρότερη αίσθηση των δικαιωμάτων τους έναντι του κράτους. Τέταρτον, ο υπό έρευνα πληθυσμός χαρακτηρίζεται από χαμηλή κινητοποίηση σε μορφές συλλογικής δράσης (σύνδεσμοι, σύλλογοι γειτονιάς, ΜΚΟ κ.λπ.) κάτι που είναι μάλλον ενδεικτικό του ότι η εξάρτηση από τους θεσμούς συνδυάζεται με κάποια παθητικότητα σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες της «από-τα-κάτω» προώθησης τρόπων επίλυσης των ζητημάτων που απασχολούν τον πληθυσμό.

 

———————————————————————————————————————————————————————-

Βιβλιογραφικές αναφορές

Ahmadi D. and Tasan-Kok, T., 2015, Fieldwork inhabitants, Toronto (Canada), Jane-Finch (Canada). Delft: TU Delft.

Βαΐου, Ντ. κ.ά. (2007), Διαπλεκόμενες καθημερινότητες και χωροκοινωνικές μεταβολές στην πόλη. Μετανάστριες και ντόπιες στις γειτονιές της Αθήνας, Αθήνα: L-Press.

Beckman A.W., Skovgaard Nielsen R., Blach V. and Andersen H.T., 2015, Fieldwork inhabitants, Copenhagen (Denmark), Danish Building Research Institute, Aalborg University.

Εμμανουήλ Δ., 2014 (Ιούνιος), Κοινωνικοοικονομικές τάξεις, ομάδες status και κοινωνική κινητικότητα στην Αθήνα: Πρώτα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης, Ερευνητική Ενότητα 6 – Παραδοτέα 6.1, 6.2 & 6.3, Έργο SECSTACON 1391 της Δράσης Αριστεία 2011, ΕΚΚΕ, https://www.ekke.gr/secstacon/MATERIAL/INDEX_MAT.html (πρόσβαση: 10/6/2015).

Ηλιού Κ., Κακεπάκη Μ., Κουντούρη Φ., 2012, Εθνοτική συνύπαρξη στα σχολεία: στάσεις και αντιλήψεις στην εφηβεία στο Α. Αφουξενίδης, Ν. Σαρρής, Ο. Τσακιρίδη, Ένταξη των μεταναστών: αντιλήψεις, πολιτικές, πρακτικές, ΕΚΚΕ, Αθήνα, σελ. 97-126.

Καμπούρη Ν., Παρσάνογλου Δ., Χατζόπουλος Π., 2012 (Νοέμβριος), Κοινωνικο-πολιτισμική έρευνα στην περιοχή Σταθμού Λαρίσης, Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

Μαλούτας Θ., Κανδύλης Γ., Πέτρου Μ., Σουλιώτης Ν., 2013, Το κέντρο της Αθήνας ως πολιτικό διακύβευμα, ΕΚΚΕ-Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα.

Μουργελάς Ε., 2014, Διοργάνωση πολιτιστικών δραστηριοτήτων για την ανάδειξη τοι κοινωνικο-πολιτισμικού κεφαλαίου των μεταναστών στην Ελλάδα: το παράδειγμα του «Εργαστηρίου Πολιτισμού» του Μη Κερδοσκοπικού Σωματείου «Δικτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού», Διπλωματική Εργασία, Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων», Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Αθήνα.

Παυλόπουλος Β., Ντάλλα Μ., Καλογήρου Σ., Θεοδώρου Ρ., Μαρκούση Δ., Μόττη-Στεφανίδη Φ., 2009, Επιπολιτισμός και προσαρμογή μεταναστών εφήβων στο σχολικό πλαίσιο, Ψυχολογία, 16 (3), σελ. 402-424.

Χαλιάπα Α., 2009, Η ενσωμάτωση των μεταναστών στην Ελλάδα. Η προβληματική της δεύτερης γενιάς, Διδακτορική Διατριβή, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα.

Wessendorf S., 2013, “Commonplace diversity and the ‘ethos of mixing’: perceptions of difference in a London neighbourhood”, Identities, 20(4), pp. 407-422.

———————————————————————————————————————————————————————

Ευχαριστίες

Θέλουμε να ευχαριστήσουμε το Κέντρο για το Παιδί – Κόμβο Αλληλεγγύης Αθήνα – Φρουραρχείο, την ΜΚΟ Δρόμοι Ζωής, την Π.Ε.Ψ.Α.Ε.Ε., το Σύλλογο Γονέων του 46ου Δημοτικό Σχολείο Αθήνας, το Σύλλογο Γονέων του 53ου Δημοτικό Σχολείο Αθήνας, το 31ο Νηπιαγωγείο Αθήνας, το Κέντρο Λογοθεραπείας «Επί Λέξει» για την πολύτιμη βοήθειά τους στη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων των ενηλίκων, τη Φρύνη Κολλητήρη, τη Ρωμαλαία και Ιωάννα Ντρέγκα και τη Γεωργία Βαλλωμένου για τη συμβολή τους στην εξεύρεση επαφών.

Επίσης, ένα μεγάλο ευχαριστώ στο Διαπολιτισμικό Γυμνάσιο Α’ Αθήνας, στο 54ο Δημοτικό Σχολείο Αθήνας, και στο 54ο Δημοτικό Σχολείο Αθήνας για την πολύτιμη βοήθειά τους στη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων των παιδιών.

[1] 3 ερωτώμενοι δεν δήλωσαν υπηκοότητα

[2] 3 ερωτώμενοι δεν δήλωσαν υπηκοότητα

[3] Στις περιπτώσεις των παιδιών που δήλωσαν διπλή υπηκοότητα και μία από αυτές είναι η Ελληνική, λάβαμε υπόψη την αλλοδαπή υπηκοότητα.

[4] Περιλαμβάνονται 26 παιδιά που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[5] Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι Αλβανοί ερωτώμενοι δηλώνουν ότι αισθάνονται λιγότερο ασφαλείς στη γειτονιά επειδή στη συγκεκριμένη εθνοτική ομάδα του δείγματος οι γυναίκες υπεραντιπροσωπεύονται περισσότερο από ό,τι στους Έλληνες και τους υπολοίπους αλλοδαπούς. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει καθώς τα ποσοστά των ανδρών και των γυναικών σε αυτή την ερώτηση ταυτίζονται.

[6] Περιλαμβάνονται 3 ερωτώμενοι που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[7] Περιλαμβάνονται 26 παιδιά που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[8] Περιλαμβάνονται 26 παιδιά που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[9] Περιλαμβάνει 3 ερωτώμενους που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[10] Για τη σχέση μεταξύ μορφωτικού επιπέδου, κοινωνικο-πολιτισμικού κεφαλαίου και συμμετοχής σε πολιτιστικές δραστηριότητες βλ. και Μουργελάς, 2014.

[11] Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι το ποσοστό των μη-κυβερνητικών οργανώσεων είναι πιθανότατα υπερτιμημένο καθώς το δείγμα της έρευνας εν πολλοίς συγκροτήθηκε μέσα από τα δίκτυα μιας μη-κυβερνητικής οργάνωσης.

[12] Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι από τα στοιχεία μας δεν διακρίνεται κατά πόσο το γεγονός αυτό προκύπτει από την μειωμένη προσφορά θεσμικής στήριξης σε αυτούς τους τομείς ή από τις προτεραιότητες που θέτει ο ίδιος ο πληθυσμός.

[13] Το ποσοστό αυτό επηρεάζεται πιθανώς από την υπεραντιπροσώπευση των γυναικών στο δείγμα.

[14] Επίσης, το 22,5% των γονέων δηλώνει ότι το παιδί του έχει επισκεφθεί τον σχολικό ψυχολόγο, ποσοστό που μάλλον δείχνει εμπιστοσύνη σε αυτό το θεσμό.

[15] Περιλαμβάνει 26 παιδιά που δεν δήλωσαν υπηκοότητα.

[16] Σε παλαιότερη έρευνα του 2007 σε 17 σχολεία της Αττικής οι αλλοδαποί μαθητές δήλωναν ότι έχουν υποστεί διακριτική μεταχείριση σε υψηλότερα ποσοστά από ό,τι στην παρούσα έρευνα (Χαλιάπα 2009, 232). Η σύγκριση των στοιχείων είναι προφανώς δύσκολη λόγω των διαφορών στη δειγματοληψία και τη διατύπωση των ερωτήσεων. Θα μπορούσαμε πάντως να υποθέσουμε ότι η διαφορά ανάμεσα στα αποτελέσματα των δύο ερευνών οφείλεται στην επίδραση του περισσότερο ανεκτικού πολυπολιτισμικού περιβάλλοντος των περιοχών στις οποίες επικεντρώνεται η παρούσα μελέτη. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο χρήζει περεταίρω διερεύνησης.

[17] Πρβ. Παυλόπουλος κ.α. 2009.

Ερευνητική ομάδα:                      

Μυρσίνη Ζορμπά, Νίκος Σουλιώτης, Κωνσταντίνος Νικολόπουλος, Βαγγέλης Μουργελάς, Βιόλα Γκιόκα, Γεωργία Αβαταγγέλου, Φανή Κουντούρη

SolidarityNow_Logo_CMYK(1) 101 100