Τα παιδιά έκαναν τα δικαιώματά τους θεατρικό έργο και μας μίλησαν απ’ την καρδιά τους – Θεώνη Κουφονικολάκου 

ACTING FOR CHILDREN’S RIGHTS! 

 Τα παιδιά έκαναν τα δικαιώματά τους θεατρικό έργο  

και μας μίλησαν απ’ την καρδιά τους 

 

της Θεώνης Κουφονικολάκου 

 

Θέλω να εκφράζομαι ελεύθερα, χωρίς φόβο, και να ακούγεται η φωνή μου. Αυτό μας λένε οι έφηβοι σύμβουλοι του Συνηγόρου κάθε χρόνο και τα παιδιά στα σχολεία όπου τα επισκεπτόμαστε. 

Με λίγα λόγια, ζητούν την απόλαυση ενός δικαιώματος που δεν γίνεται σεβαστό. Ίσως γιατί είμαστε ακόμη συλλογικά προσκολλημένοι στην εσφαλμένη και επιζήμια βεβαιότητα ότι τα παιδιά υπάρχουν μόνο ως ατελή υποκείμενα εν αναμονή της ενηλικίωσής τους ή διότι, συγχρόνως, μας διαφεύγει η παιδαγωγική και κοινωνική αξία -το αδιαμφισβήτητο κέρδος- του να μάθουν τα παιδιά να ακούν τη γνώμη των συνομηλίκων τους και να εκφράζονται ανεμπόδιστα. 

Κι έτσι, παρότι το άρθρο 12 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΔΣΔΠ), που έχει κυρωθεί στη χώρα μας με τον υπερνομοθετικής ισχύος ν.2101/92, προβλέπει την ακρόαση της γνώμης του παιδιού για οποιοδήποτε ζήτημα το αφορά, ωστόσο η κουλτούρα που έχει εμπεδωθεί δεν ευνοεί τη συμμετοχή του. Το σχολείο αναλώνεται περισσότερο στη βεβιασμένη -σχεδόν αγωνιώδη σε ορισμένες περιπτώσεις- διεκπεραίωση της πυκνής ύλης. Αντίθετα επενδύει λιγότερο ή καθόλου στις συζητήσεις με μαθήτριες και μαθητές και στην καλλιέργεια των σχέσεων και του σεβασμού, παρά την πρόβλεψη του άρθρου 29 της ΔΣΔΠ. Παράλληλα τα παιδιά δεν ενδυναμώνονται και δεν ενημερώνονται για τα δικαιώματά τους από νωρίς, σε γλώσσα φιλική, δεν αφήνονται να αναλάβουν ενεργούς ρόλους στη λειτουργία της σχολικής κοινότητας και δεν εξοικειώνονται με την πολύτιμη εμπειρία της δημοκρατικής έκφρασης. 

Αυτή η, βασισμένη σε στερεότυπα, μετάθεση της έκφρασης των παιδιών στο «μετά» (μετά την ενηλικίωση, την έξοδο και συνεισφορά στην παραγωγική διαδικασία κ.λπ.), δεν αναστέλλει απλώς τη δυνατότητα του παιδιού να μιλήσει· τη διαβρώνει, αποδυναμώνοντας την αυτοπεποίθηση, την κριτική σκέψη, τα αντανακλαστικά και τις σχέσεις του σε βάθος χρόνου.  

Το να ενθαρρύνει επομένως κανείς τα παιδιά να μιλήσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον -όπου το σχολείο και η κοινωνία αγκαλιάζουν και επιβραβεύουν συγκεκριμένες μόνο εκδοχές της ευφυίας και των επιδόσεων, αφήνοντας όσες και όσους «περισσεύουν» να παρατηρούν από μακριά, πίσω απ’ το τζάμι- δεν είναι απλή υπόθεση· χρειάζεται να βρεθεί το κατάλληλο μέσο που να επιτρέπει την πιο γνήσια και αυθεντική μορφή έκφρασης της γνώμης, του συναισθήματος και της εμπειρίας, μέσα από την κυριολεξία αλλά και την αλληγορία. Απαιτούνται εργαλεία που να διευκολύνουν τα παιδιά να μοιραστούν τις μύχιες σκέψεις τους και όχι απόψεις που νομίζουν ότι περιμένουμε να ακούσουμε οι ενήλικες. 

Κάπως έτσι πρέπει να σκέφτηκε το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού και κάλεσε τα παιδιά να κάνουν τα δικαιώματά τους θεατρικό έργο, βρίσκοντας έτσι το πιο συμπεριληπτικό και γενναιόδωρο από όλα τα σχήματα της έκφρασης· την τέχνη. 

Στην αρχή, η ιδέα του διαγωνισμού θεατρικών έργων, μας είχε προβληματίσει. Θα θέλουν τα παιδιά να συμμετάσχουν ή θα φοβηθούν την έκθεση μέσω της συγγραφής; Θα μας πουν όλα όσα σκέφτονται στο κρίσιμο ζήτημα της καταπολέμησης των διακρίσεων -που είναι το θέμα που επιλέχθηκε φέτος- ή θα αναλωθούν σε αναπαραγωγή κλισέ απόψεων που βαθμολογούνται καλά στην έκθεση; Θα βρουν χρόνο -παρά το εξαιρετικά επιβαρυμένο πρόγραμμά τους- να ασχοληθούν με την τέχνη; 

Άδικα ανησυχήσαμε. Τα έργα που πήραμε μας έδειξαν ότι τα παιδιά είχαν ανάγκη να μιλήσουν. Είχαν ανάγκη να μοιραστούν την εμπειρία των διακρίσεων στη σχολική τους καθημερινότητα αλλά και στις οικογενειακές τους σχέσεις, μία εμπειρία που μεταμφίεσαν ευρηματικά σε θεατρικό λόγο. Αυτό που ανακαλύψαμε σκάβοντας στα έργα των συμμετεχουσών και συμμετεχόντων, ήταν η δίψα τους να μεταβολίσουν το άδικο όπως το βιώνουν και να μετουσιώσουν την οδυνηρή αίσθησή του σε δημιουργικότητα και πολιτικό λόγο.  

Τα θεατρικά που πήραμε ήταν πλούσια σε χιούμορ, φαντασία και συναίσθημα αλλά και έμπλεα ενός παραπόνου για τον κοινωνικό αποκλεισμό και την παρεξήγηση που εκκινεί βιαστικά κι επικίνδυνα από την ανοίκεια όψη, την «ξένη» φυλή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα και την έκφραση φύλου, την οικονομική κατάσταση και εν γένει την διαφορετικότητα. Οι συγγραφείς μας φάνηκαν να γνωρίζουν καλά και σε βάθος τα θέματα των διακρίσεων. Χωρίς στατιστικά δεδομένα επιστημονικών ερευνών, με μόνα εφόδια την αντίληψη και το ένστικτό τους, κατέγραψαν, με ενσυναίσθηση και παρρησία, τη στενοχώρια και το φόβο που συνδέονται με την παντοδυναμία των προκαταλήψεων και την περιθωριοποίηση. Τα παιδιά μάς έδωσαν να καταλάβουμε ότι σε συνθήκες έντασης και κρίσης -μετά την πανδημία, της οποίας τις επιπτώσεις ακόμη αισθανόμαστε και εντός πολλών παράλληλων οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων- οι άνθρωποι συχνά μετατοπίζουν το θυμό και την καχυποψία τους στους ευάλωτους, εκείνους που δεν μπορούν εύκολα να απωθήσουν επιθέσεις. Οι συγγραφείς μας συνέλαβαν και αποτύπωσαν εύγλωττα και το αίσθημα της ντροπής. Τον καημό του να μένεις μόνος, του να χάνεις το κουράγιο να εκμυστηρευτείς αυτό που σου συμβαίνει και να κρύβεις αυτό που είσαι, την αίσθηση ότι ο κόσμος δεν σε χωράει κι εσύ δεν χωράς πουθενά.  

Ήταν μια ευκαιρία επομένως, να ξεκινήσει ένας διάλογος με τα παιδιά σε όλη τη χώρα, η αφετηρία ενός θεσμού που θα πρέπει να συνεχιστεί, να αναπτυχθεί και να εμπλουτιστεί με επιμορφωτικές πρωτοβουλίες για τους εκπαιδευτικούς και συναντήσεις ενδυνάμωσης με τα ίδια τα παιδιά, περισσότερες συζητήσεις και ιδέες για την εξέλιξη της αρχικής ιδέας. 

Είναι όμως και ένα μήνυμα από τα ίδια τα παιδιά που υπογραμμίζουν με κάθε τρόπο την ανάγκη τους να αντιληφθούν τον κόσμο παίζοντας, ψηλαφίζοντας την εμπειρία τους, να ακουστούν, να αλληλεπιδράσουν, να μιλήσουν με ειλικρίνεια για όλα αυτά που ζουν, πέρα και πάνω από τις ασφυκτικές προσδοκίες των «μεγάλων». Μέσα στην περιδίνηση της κλιματικής αλλαγής, των διαδοχικών οικονομικών κρίσεων, του πολέμου και των κοινωνικών διακρίσεων, έχει ξεχωριστή σημασία να κατανοήσουμε πως τα παιδιά δεν είναι το μέλλον, όπως ενίοτε μας λένε, καλοπροαίρετα ίσως, οι πολιτικοί. Είναι ένα αδιαπραγμάτευτο παρόν, με απόψεις, εξαιρετικές προτάσεις και καλλιτεχνική έκφραση που πρέπει -αν θέλουμε να προχωρήσουμε ένα βήμα μπροστά- να ακούσουμε πολύ πολύ προσεκτικά. 

 

Η Θεώνη Κουφονικολάκου είναι Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για τα δικαιώματα του παιδιού. Ήταν μέλος της Επιτροπής του διαγωνισμού «Acting for children’s rights!Τ α διακιώματα του παιδιού γίνονται θεατρικό έργο» που υλοποιήθηκε το 2022-23 από το Δίκτυο με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ).